Δρ. Σπυρίδων Θεοτοκάτος: "Βουβή ευγνωμοσύνη..."
Τύχη αγαθή, ο δρόμος που μένω έχει να επιδείξει λίγα δενδράκια. Κάποτε, ήταν μουριές τα τελευταία χρόνια, θες γιατί τα μούρα λεκιάζουν τα πεζοδρόμια, θες γιατί τα φύλλα τους βάζουν σε μπελάδες τον οδοκαθαριστή το φθινόπωρο, αντικαταστάθηκαν από νεραντζιές.
Φτενές στην αρχή, αδύναμες, μεστώσανε σύντομα και πια δίνουν καρπούς. Τελευταία διαπίστωσα ότι τους καρπούς αυτούς τους λαχταρούν κάποιοι συμπολίτες μας. Που να το φανταστώ ότι θα έβλεπα σ’ ένα από τους πιο εμπορικούς δρόμους της πρωτεύουσας του νησιού μας, νεραντζομαζώχτρες σκυμμένες ανάμεσα στα παρκαρισμένα αυτοκίνητα, να ξεδιαλέγουν τα καλά, εκείνα που δεν έλιωσαν οι ρόδες ή δεν πάτησαν οι περαστικοί, γεμίζοντας τις σακούλες τους. Αδιάφορες γα τα βλέμματα. Προσηλωμένες και ομονοούσες. «Εκεί», υποδείκνυε η μια στην άλλη, σε αγαστή συνεργασία. Εικόνα καθαρά αγροτικής ζωής στα κράσπεδα ενός πεζοδρομίου στο κέντρο του Αργοστολιού.
Όλοι μας έχουμε δει, ανθρώπους να μαζεύουν τα σκόρπια λαχανικά, τα μισοσαπισμένα φρούτα, την ώρα που καθαρίζουν τους πάγκους τους οι μανάβηδες της τοπικής αγοράς.
Όμως το μάζεμα των νεραντζιών φαντάζει μάθημα οικονομίας, άσκηση αξιοπρέπειας, η φτώχια που αξιοποιεί το αθέατο για τους πολλούς, κοινό κτήμα. Και μόνο οι σκυμμένες πλάτες των γυναικών ανακαλούν την ευχαριστήρια υπόκλιση του σημερινού ανθρώπου μπροστά στη γενναιοδωρία της φύσης. Βουβή ευγνωμοσύνη για το δώρο. Ασφαλώς, ξεχασμένα αισθήματα. Όπως και το κέφι με το οποίο η μάνα μας αξιοποιούσε τα λίγα κομματάκια του βραστού της Tρίτης για την υπέροχη κρεατόπιτα της Πέμπτης.
Στον πολιτισμό της αφθονίας, οι έννοιες της διάσωσης, της οικονομίας και της επαναχρησιμοποίησης φαίνεται να ανήκουν στο βαθύ παρελθόν. Το σημερινό πρόβλημα μας είναι τι να κάνουμε με τα απομεινάρια της μέρας όχι πώς να τα χρησιμοποιήσουμε ξανά. Το πρόβλημα της καταστροφής των τροφίμων έχει γίνει περισσότερο πολύπλοκο από το πρόβλημα της παραγωγής και της διατήρησης τους. Αυτό το παράδοξο δεν αγγίζει τους οικονομολόγους αλλά προκαλεί έντονο προβληματισμό στους καταναλωτές, στις αγελάδες και στα κοτόπουλα. Αρκεί να σκεφτούμε σοβαρά εκείνη την μηχανή του τρόμου που αλέθει πόδια και φτερούγες, λαιμούς και πλευρά, ψοφίμια και κόκαλα για να τα κάνει συμβατικές και σύνθετες ζωοτροφές, τρελαίνοντας τόσο τα ζώα παραγωγής και συντροφιάς (αγελάδες με εγκεφαλοπάθεια, κοτόπουλα και αυγά μολυσμένα με διοξίνες, γάτες και σκύλους με μυοκαρδιοπάθεια και αιμορραγία, κλπ) όσο και τους ανθρώπους.
Όμως το μαγείρεμα των υπολειμμάτων της μέρας, μας επαναφέρει γλυκά σ’ ένα παρελθόν που όσο και εάν επιμένουμε να το αγνοούμε, αυτό ξανάρχεται τόσο στη σκέψη όσο και στη γεύση μας. Πελτέδες από τα φλούδια των φρούτων, πίτες, μουσταλευριές, τουρσιά, και τόσα άλλα, η παιδική ηλικία ολοζώντανη. Η τέχνη της ανακύκλωσης των απομειναριών της μέρας ανέκαθεν αποτελούσε τη λύτρωση και τη δικαίωση της ντόπιας μαγείρισσας – ένα είδος επικύρωσης του ρόλου της. Για να μην αναφερθώ σ’ ολόκληρη την ιστορία της τοπικής γαστρονομίας μας, που δεν είναι παρά η ιστορία των καθημερινών υπολειμμάτων μας (προμήθειες, συστατικά, μερίδες, εφήμερα αντικείμενα του γευστικού μας πόθου). Δρ. Σπυρίδων Α. Θεοτοκάτος