Ιωάννης Κοσμάτος: "Μιλώ για τα παιδιά μας..."
Οι δρόμοι μας διασταυρώθηκαν δύο φορές. Ηταν δύο παιδιά Ρομά τα οποία έτρεχαν στους πολυσύχναστους δρόμους πάνω σε μισοδιαλυμένα ποδήλατα, αλαλάζοντας. Η πρώτη σκέψη που εισβάλλει στο μυαλό μας είναι να φροντίσω να μην ενοχλήσουν εμένα. Τη τρίτη φορά που τα συνάντησα, ντράπηκα, κοντοστάθηκα και αποφάσισα να τα γνωρίσω. Στο ερώτημά μου εάν πηγαίνουν σχολείο η απάντηση ήταν αρνητική. Το επόμενο ερώτημα για τους λόγους που δεν είναι σχολείο απαντήθηκε με ένα βιαστικό ύψωμα των ώμων.
Ο μεγαλύτερος έπρεπε να πηγαίνει στις τελευταίες τάξεις του Δημοτικού, ενώ ο μικρότερος στις πρώτες. Τα παιδιά δεν γνώριζαν εάν έχει γίνει εγγραφή σε κάποιο σχολείο. Άκουγαν με το κεφάλι σκυφτό. Τους μίλησα γι αυτό που χάνουν βρισκόμενοι μόνοι χωρίς φίλους, ενώ δίπλα τους τα παιδιά στο σχολείο έχουν τις παρέες τους, παίζουν, χαίρονται, τραγουδούν. Τα κεφάλια παραμένουν σκυμμένα. Το αρχικό βλέμμα της νιότης, το τολμηρό κοίταγμα στα μάτια που αψηφούν τον συνομιλητή δεν υπήρχε πια. Πήρα θάρρος και συνέχισα. Τους μίλησα για το μέλλον τους και πόσο δύσκολο θα είναι εάν δεν μάθουν γράμματα, εάν δεν κάνουν φίλους. Το κεφάλι σηκώθηκε και τα μάτια σάρωσαν το γύρω χώρο. Δεν ξέρω εάν τα παιδιά κατανόησαν τα λόγια μου αλλά με βεβαιότητα διέκρινα την απορία ζωγραφισμένη στα μάτια του μεγαλύτερου ενώ ο μικρότερος ανέμενε την αντίδραση του για να τον μιμηθεί. Τους χαιρέτησα με τη παραίνεση να σκεφτούν όσα είπαμε, λέγοντάς τους ότι θα χαρώ να τα δω με τα άλλα παιδιά.
Αφήνουμε λοιπόν τα παιδιά και απευθυνόμαστε στις αρμόδιες υπηρεσίες της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, κοινωνικές, δικαστικές. Απευθυνόμαστε δηλαδή σε αυτούς που στελεχώνουν αυτές, στους ενήλικες.
Γιατί τα παιδιά αυτά δεν πηγαίνουν σχολείο; To χάσμα ανάμεσα σε αυτά τα παιδιά και τα άλλα μεγεθύνεται κάθε μέρα που αυτά βρίσκονται μακριά. Στην εφηβεία που θα είναι πλέον δύσκολο να γεφυρωθεί, θα συζητούμε για προβληματικά παιδιά, παραβατικότητα και θα αναθέσουμε πανικοβλημένοι στην Αστυνομία να καλύψει το πρόβλημα που εμείς δεν λύσαμε.
Γιατί οι γονείς δεν έχουν φροντίσει για τη φοίτηση των παιδιών τους; Γιατί δεν εφαρμόζεται ο νόμος; Εάν αυτοί αδυνατούν, έχει ανατεθεί η επιμέλεια σε κάποια υπηρεσία;
Τέλος, ποια είναι τα σχέδια ως κοινωνία για τα παιδιά αυτά;
Όταν πριν κάποια χρόνια βρεθήκαμε στο Λονδίνο με τη κόρη μου, τρομάξαμε όταν είδαμε αστυνομικό να μας πλησιάζει μαζί, όπως μάθαμε αργότερα, με μια κοινωνική λειτουργό. Το πρώτο ερώτημα ήταν γιατί το παιδί δεν είναι στο σχολείο. Δεινοπαθήσαμε να τους πείσουμε ότι είμαστε εκεί για ιατρικούς λόγους και αφού επιδείξαμε διάφορα έγγραφα για να αποδείξουμε αυτό. Τρομάξαμε αλλά είμαστε χαρούμενοι γιατί είπαμε ότι τέτοιες υπηρεσίες θέλουμε, σε τέτοια κοινωνία επιθυμούμε να ζούμε.
Δεν πρέπει να λησμονούμε ότι το κακό γιγαντώνεται όταν πολλοί κακοί δεν κάνουν τίποτα.
Ιωάννης Κοσμάτος