Ο ΣΥΡΙΖΑ για την λήξη των κλαδικών συμβάσεων
Παρά την προσπάθεια εξωραϊσμού της συμφωνίας για το επίδομα γάμου και ορισμένα θεσμικά ζητήματα μεταξύ της πλειοψηφίας της ΓΣΕΕ και των εργοδοτικών φορέων πλην του ΣΕΒ, η ουσία είναι ότι έμεινε εκτός διαπραγμάτευσης και συμφωνίας το ήδη μειωμένο με πράξη υπουργικού συμβουλίου ύψος του κατώτερου μισθού. Αυτό σημαίνει ότι δεν αμφισβητούνται από τους υπογράφοντες και δημιουργούνται πλέον αρνητικά τετελεσμένα όσον αφορά στη μείωση του κατώτερου μισθού από τα 751 στα 586 ευρώ, και στα 511 για τους νέους κάτω των 25 ετών, το πάγωμα των τριετιών και των χρονοεπιδομάτων και το νέο τρόπο υπολογισμού του κατώτερου μισθού με απόφαση του εκάστοτε υπουργού Εργασίας που θα μπορεί να τον μειώνει ανεξέλεγκτα.
Το εξωφρενικό είναι ότι όλα αυτά γίνονται αυτές τις ημέρες που λήγει η μετενέργεια, δηλαδή η ισχύς των 45 τελευταίων κλαδικών συλλογικών συμβάσεων εργασίας με αποτέλεσμα να έχουμε αυτόματες μειώσεις 20-30% σε πάνω από 1 εκατομμύριο εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα.
Η άρνηση του ΣΕΒ να υπογράψει, έστω αυτή την περιορισμένων αποτελεσμάτων συμφωνία μεταξύ της ΓΣΕΕ και των τριών άλλων εργοδοτικών φορέων, και η εν συνεχεία προκλητικές ανακοινώσεις του, αποδεικνύουν, για άλλη μια φορά, ποιοι ήταν οι πραγματικοί «κουκουλοφόροι» που υποδείκνυαν στη τρόικα τι πρέπει να κατεδαφίσει μαζί με τις μνημονιακές κυβερνήσεις από την εργατική νομοθεσία και κυρίως από τους μισθούς και τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας.
Ιδιαίτερα πλήττονται οι εργαζόμενοι των νησιών μας οι οποίοι αντιμετωπίζουν την καταβύθιση των μισθών, που μετατρέπονται πλέον σε φιλοδώρημα, μαζί με την ακύρωση των περισσότερων εργασιακών δικαιωμάτων και την έκρηξη της ανασφάλιστης εργασίας. Σε αυτό το σκηνικό προστίθεται επίσης το κλείσιμο και η υποβάθμιση υπηρεσιών και δομών απαραίτητων για την εξυπηρέτηση των πολιτών του τόπου μας.
Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ έχει δεσμευτεί πολιτικά και έχει ήδη καταθέσει σχετική πρόταση νόμου στη βουλή για την επαναφορά του κατώτερου μισθού στα 751 ευρώ και για την επανασύσταση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας για λόγους κοινωνικής δικαιοσύνης, δημοκρατίας και οικονομικής και κοινωνικής αναζωογόνησης.
ΤΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ