Ο Γιάννης Βαρούχας γράφει για τη διαχρονικότητα του μηνύματος του Πολυτεχνείου
Τη Δευτέρα 19 Νοεμβρίου του 1973, το πρωτοσέλιδο της Βραδυνής έγραφε : «Επίσημος απολογισμός των συγκρούσεων : 9 νεκροί 148 τραυματίαι. Εις εννέα τελικώς – κατά την χθεσινήν δήλωσιν αρμοδίου εκπροσώπου – ανέρχονται οι νεκροί εκ των αιματηρών συμπλοκών της νυκτός της παρελθούσης Παρακευής, του Σαββάτου και της χθεσινής Κυριακής». Είχαν προηγηθεί τα, πολύ γνωστά σε όλους μας, γεγονότα του Πολυτεχνείου. Ωστόσο, οι ζωές της τότε νεολαίας που χάθηκαν εκείνη τη μελανή για την ιστορία της πατρίδας μας μέρα, δε στάθηκαν αρκετές για την ανατροπή της στρατιωτικής δικτατορίας που είχε επιβληθεί απ’ την 21η Απριλίου του 1967. Χρειάστηκε, αλίμονο, και η εσχάτη προδοσία της Κύπρου, τον Ιούλιο του 1974, για να ολοκληρώσει η χούντα τον ολέθριο επταετή βίο της...
Μετά τον αρχικό αιφνιδιασμό της εκτροπής απ’ τη νομιμότητα, η νεολαία της εποχής αρχίζει ν’ ανασυντάσσεται. Η σύσταση και η δραστηριοποίηση νεολαιίστικων οργανώσεων θα είναι συνεχής καθ’ όλη τη διάρκεια της δικτατορίας. Η νιότη σα βρει κάποιο ιδανικό δεν το αφήνει και, όσο δεν το φτάνει, γίνεται χείμαρρος που κανείς δεν μπορεί να τον ελέγξει. Έτσι λοιπόν, περί τα τέλη του 1972 η χώρα, και κυρίως η νεολαία, μοιάζει με χύτρα που πλησιάζει στο σημείο βρασμού της για να τινάξει το καπάκι στον αέρα. Το καπάκι, που δεν είναι άλλο απ’ τη χούντα, αισθάνεται τους τριγμούς και την επισφαλή του θέση, οπότε προχωρεί σε μία απέλπιδα προσπάθεια για τη διατήρηση της θέσης του με ένα νέο νομοθέτημα. Με το νόμο 1347/197, το Φεβρουάριο του 1973, δινόταν το δικαίωμα στον Υπουργό Εθνικής Άμυνας να μπορεί να διακόπτει την αναβολή κατάταξης στο στρατό που παίρνουν οι φοιτητές. Με αυτόν τον τρόπο, οι συνταγματάρχες πίστεψαν ότι θα μπορούσαν να αποδομήσουν το φοιτητικό κίνημα. Όταν όμως καταπιέζεις μία αληθινή ανάγκη, είναι σα να της δίνεις χίλιες φορές περισσότερη δύναμη!
Τους επόμενους μήνες, όπως ήταν φυσικό, επικράτησε μία άνθηση διαδηλώσεων, καταλήψεων αλλά και άλλων κινητοποιήσεων που έκαναν το γύρο του κόσμου προσφέροντας τη συγκίνηση της διεθνούς κοινής γνώμης. Στις 4 Νοεμβρίου η νεολαία πρωτοστατεί και μετατρέπει το μνημόσυνο του Γεωργίου Παπανδρέου σε αντιδικτατορικό συλλαλητήριο απ’ το οποίο προέκυψαν συλλήψεις. Η δίκη των τελευταίων θα γίνει στις 13 Νοεμβρίου οπότε η νεολαία εξεγείρεται και πάλι. Στις 15 Νοεμβρίου εκατοντάδες φοιτητές, αλλά και άλλοι νέοι, συγκεντρώνονται στο χώρο του Πολυτεχνείου εκφράζοντας ανοιχτά πλέον την αντίθεσή τους προς το καθεστώς με συνθήματα, πανό αλλά και τον αυτοσχέδιο ραδιοσταθμό απ’ το χώρο του ΕΜΠ. Η εξέγερση των φοιτητών ήταν πλέον γεγονός και μ’ αυτήν οδηγηθήκαμε σ’ εκείνη την αλγεινή εικόνα, που βλέπουμε κάθε χρόνο αυτές τις μέρες στις τηλεοράσεις, όπου το τεθωρακισμένο του στρατού καταρρίπτει την πύλη του Πολυτεχνείου αναζητώντας το αίμα νέων παιδιών...
Στο στρατό, λένε, είτε εκτελείς τις διαταγές που σου δίνουν είτε είσαι λιποτάκτης. Στη δίκη της Νυρεμβέργης οι ΝΑΖΙ είχαν ως επιχείρημα το γεγονός ότι εκτελούσαν διαταγές. Το ίδιο φαντάζομαι θα είχαν και οι στρατιωτικοί των ΛΟΚ που εισέβαλλαν στο Πολυτεχνείο τις πρώτες πρωινές ώρες της 17ης Νοεμβρίου... Εδώ προκύπτει όμως, ένα πραγματικό ερώτημα : Να είναι κανείς λιποτάκτης ή δολοφόνος;
Παράλληλα, στις μέρες μας, ακούμε ολοένα και περισσότερο ερωτήματα του τύπου που είναι η νεολαία μας; Γιατί δεν κάνει κάτι; Η απάντηση σίγουρα δεν είναι απλή αλλά ενδεχομένως να είναι σύμφυτη με πολλά σημεία των καιρών μας. Το «μυστικό» της απάντησης νομίζω ότι κρύβεται πίσω απ’ την εξέλιξη της «τέχνης» της διοίκησης, η οποία πήρε το μάθημά της ανά τους αιώνες και δημιουργεί πλέον μία ψευδαίσθηση ελευθερίας στους πολίτες. Ο καθένας είναι ελεύθερος να πει την άποψή του, να καταναλώσει ό,τι θέλει, να ταξιδέψει όπου θέλει, να ψηφίσει όποιον θέλει... Επομένως, η νεολαία του σήμερα δεν αισθάνεται την «μπότα» της διοίκησης, που στην πραγματικότητα την πατάει στο λαιμό, και γι’ αυτό δε βρίσκει εκείνο το σκοπό, εκείνο το σύνθημα, εκείνο το ιδανικό που θα τη βγάλει στο δρόμο.
Πώς όμως στην εποχή του «καταναλώνω άρα υπάρχω», μπορεί κανείς να θεωρηθεί ελεύθερος αν δεν έχει οικονομική ελευθερία; Να λοιπόν η Λυδία λίθος της ελευθερίας του σήμερα! Γιατί όταν κάποιος δεν έχει να πληρώσει το λογαριασμό του ηλεκτρικού και του τηλεφώνου, όταν ο μισθός του οριακά καλύπτει τις βασικές του ανάγκες και αναγκάζεται να τρώει προϊόντα που είναι επικίνδυνα για την υγεία του, όταν δεν μπορεί να έχει κοινωνικές συναναστροφές λόγω έλλειψης χρημάτων, όταν βλέπει τους γείτονές του να επιστρέφουν απ’ τις διακοπές τους στο Παρίσι τα Χριστούγεννα ενώ του λείπουν ενενήντα εννιά Ευρώ για να βάλει εκατό στην άκρη, τότε πως μπορεί αυτός ο άνθρωπος να είναι πραγματικά ελεύθερος; Δεν μπορεί φυσικά. Γι’ αυτό το σύνθημα «Ψωμί-Παιδεία-Ελευθερία» της γενιάς του Πολυτεχνείου είναι ακόμη επίκαιρο και, δυστυχώς, θα συνεχίσει να είναι μέχρι τη μέρα που οι κοινωνίες μας θα αναγνωρίσουν την αναγκαιότητα της αυτοοργάνωσης για την επίλυση των προβλημάτων τους, και τη συντριβή της διαδικασίας της ανάθεσης που μέχρι σήμερα κυριαρχεί. Ίσως αυτό να είναι το σπουδαιότερο μήνυμα της εξέγερσης του Πολυτεχνείου... ας μην το αφήσουμε να πάει χαμένο!
Αργοστόλι, 17/11/2014
Γιάννης Βαρούχας