Γεράσιμος Γαβριελάτος: Αποδομώντας τις συζητήσεις για την εκλογή του Προέδρου Δημοκρατίας
Αποδομώντας τις συζητήσεις στις παρέες για τα περί εκλογής Προέδρου Δημοκρατίας
Επειδή μεγάλη συζήτηση γίνεται γύρω από το ζήτημα της εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας (ΠτΔ), κρίνεται αναγκαίο να διευκρινιστεί ποιο είναι το νομικό πλαίσιο που ορίζει την διαδικασία εκλογής του ΠτΔ και ποια νομικά και συνταγματικά προβλήματα εντοπίζονται, καθώς και να εξηγηθούν συνήθεις παρανοήσεις γύρω από το ζήτημα. Μόνος οδηγός είναι το Σύνταγμα της Ελλάδος και η συνήθης πρακτική του ελληνικού κοινοβουλίου, όπως αυτή έχει καταγραφεί από τους Έλληνες συνταγματολόγους.
«Το πολίτευμα είναι Προεδρική Δημοκρατία»: Το πολίτευμα της Ελλάδος είναι Προεδρευόμενη Κοινοβουλευτική Δημοκρατία, όπως ορίζει το πρώτο άρθρο του Συντάγματος της Ελλάδας. Στην Προεδρευόμενη Κοινοβουλευτική Δημοκρατία ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είναι Αρχηγός του Κράτους, αλλά υπάρχει κυβέρνηση και Πρωθυπουργός, ο οποίος είναι αρχηγός της κυβέρνησης, ο ΠτΔ δεν έχει ουσιαστικές αρμοδιότητες, αντίθετα στην Προεδρική Δημοκρατίας ο Πρόεδρος είναι και αρχηγός της Κυβέρνησης. Παραδείγματα Προεδρικής Δημοκρατίας αποτελούν οι Η.Π.Α. και η Κύπρος.
«Θα κάνει κίνηση ΜΑΤ ο Σαμαράς και θα προτείνει τον Τσίπρα για ΠτΔ»: Πέραν του γεγονότος ότι ο Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ έχει το δικαίωμα να αρνηθεί , εντούτοις μπορεί να είναι υποψήφιος για ΠτΔ. Το Σύνταγμα στο άρθρο 31 ορίζει ότι για να εκλεγεί κάποιος ΠτΔ πρέπει αθροιστικά να πληροί τις εξής προϋποθέσεις:
- Να έχει συμπληρώσει το 40ο έτος της ηλικίας του κατά την ημερομηνία εκλογής, ως εκ τούτου ο Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ θα μπορούσε να εκλεγεί, όχι όμως η κα. Ειρήνη Αγαθοπούλου, η νεότερη Βουλευτής του κοινοβουλίου αυτή τη στιγμή.
- Να είναι Έλληνας πολίτης από πέντε (5) τουλάχιστον έτη.
- Να έχει από πατέρα ή μητέρα ελληνική καταγωγή, όχι ιθαγένεια.
- Τέλος, να έχει τη νόμιμη ικανότητα του εκλέγειν, δηλαδή να μην του έχουν αφαιρεθεί τα πολιτικά δικαιώματα, ως αποτέλεσμα καταδικαστικής απόφασης ή να μην τελεί σε (πλήρη ή μερική) δικαιοπρακτική ανικανότητα, υπό την άποψη ότι το δικαίωμα του εκλέγειν ταυτίζεται με την δικαιοπρακτική ικανότητα, όπως αυτή ορίζεται στον Αστικό Κώδικα.
«Δεν μπορεί να πάει για ΠτΔ Πομάκος ή Μουσουλμάνος της Θράκης γιατί δίνει χριστιανικό όρκο»: Πράγματι σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 33 του Συντάγματος ο ΠτΔ ορκίζεται στο όνομα της Aγίας και Oμοούσιας και Aδιαίρετης Tριάδας. Εντούτοις αυτό δεν σημαίνει ότι προσόν εκλογιμότητας είναι το να πρεσβεύει κανείς την ορθόδοξη θρησκεία ή έστω τον χριστιανισμό. Αυτό εξηγείται από την παράγραφο 1 του άρθρου 13 του Συντάγματος, κατά το οποίο «Η απόλαυση των… πολιτικών δικαιωμάτων δεν εξαρτάται από τις θρησκευτικές πεποιθήσεις καθενός» (βλ. Σελ. 345, παρ. 3 «Εγχειρίδιο Συνταγματικού Δικαίου» Α.Παντελή, εκδόσεις Α.Α.Λιβάνη ). Επομένως ο ΠτΔ μπορεί να δώσει οποιοδήποτε θρησκευτικό όρκο ή ακόμα να ορκιστεί στην τιμή και την υπόληψή του.
«Ο Σαμαράς θέλει 180 βουλευτές για να εκλέξει ΠτΔ»: Εξαιτίας του γεγονότος της διάλυσης της Βουλής μετά την τρίτη ψηφοφορία σε περίπτωση αδυναμίας εκλογής ΠτΔ, υπάρχει σύγχυση για τον απαιτούμενο αριθμό που χρειάζεται για να εκλεγεί ΠτΔ. Η παράγραφος 3 του άρθρου 32 του Συντάγματος ορίζει ότι για να εκλεγεί ΠτΔ πρέπει κάποιος να συγκεντρώσει τα 2/3 του συνολικού αριθμού των Βουλευτών, δηλαδή στην παρούσα Βουλή απαιτείται πλειοψηφία διακοσίων (200) βουλευτών, [σημ. με βάση την παρ. 1 του άρθρου 51 του Συντάγματος, ο αριθμός των Βουλευτών του Ελληνικού Κοινοβουλίου, μπορεί να κυμαίνεται από διακόσιους (200) έως τριακόσιους (300)]. Αν η πλειοψηφία αυτή δεν επιτευχθεί με την πρώτη ψηφοφορία, τότε επαναλαμβάνεται μέσα σε πέντε μέρες απαιτώντας πάλι την συγκέντρωση της ως άνω πλειοψηφίας, και μόνον αν για δεύτερη φορά δεν συγκεντρωθεί η απαιτούμενη πλειοψηφία των 2/3 του συνολικού αριθμού, οδηγούμαστε στην τρίτη ψηφοφορία που απαιτεί πλειοψηφία των 3/5 (δηλαδή στην παρούσα Βουλή 180 βουλευτές), οπότε αν αποβεί άκαρπη διαλύεται η Βουλή. Ως εκ τούτου γίνεται αντιληπτό ότι ο νομοθέτης ήθελε όσο το δυνατόν μεγαλύτερη συναίνεση για την εκλογή ΠτΔ και ο απαιτούμενος αριθμός είναι κατ’ αρχήν τα 2/3, δηλαδή διακόσιοι βουλευτές. Η συγκέντρωση του ποσοστού των 3/5 είναι η εναλλακτική προκειμένου τελικά να εκλεγεί ΠτΔ. Το ίδιο και η παράγραφος 4 του άρθρου 32 του Συντάγματος.
«Γιατί που θα βρει ο ΣΥΡΙΖΑ 180 βουλευτές να βγάλει ΠτΔ;»: Κατ’ αρχήν μετά τη διάλυση της Βουλής, η νέα Βουλή που εκλέγεται πρώτο μέλημα της έχει την εκλογή ΠτΔ και όχι την δημιουργία Κυβέρνησης, επομένως δεν είναι ζήτημα του ΣΥΡΙΖΑ ή της Νέας Δημοκρατίας. Ο νομοθέτης σταθμίζοντας την ανάγκη εκλογής ΠτΔ και την συναίνεση των κομμάτων έδωσε βαρύτητα στο πρώτο. Στο παραπάνω, λοιπόν, ενδεχόμενο η παράγραφος 4 του άρθρου 32 του Συντάγματος ορίζει ότι η νέα Βουλή που προκύπτει από εκλογές με το που συγκροτηθεί σε σώμα εκλέγει ΠτΔ με απαιτούμενη πλειοψηφία 3/5. Αν δεν επιτευχθεί αυτή ακολουθεί νέα ψηφοφορία με απαιτούμενη πλειοψηφία για την εκλογή ΠτΔ την απόλυτη πλειοψηφία του συνολικού αριθμού των Βουλευτών, δηλαδή 150 συν ένας. Τέλος, αν ούτε σ’ αυτή την ψηφοφορία εκλεγεί ΠτΔ τότε επαναλαμβάνεται η ψηφοφορία ανάμεσα στους δύο πρώτους σε ψήφους υποψηφίους για ΠτΔ και εκλέγεται αυτός που θα συγκεντρώσει την σχετική πλειοψηφία. Ο αριθμός αυτός σύμφωνα με το άρθρο 67 του Συντάγματος δεν μπορεί να είναι μικρότερος από το ένα τέταρτο του όλου αριθμού των Βουλευτών, δηλαδή 75 βουλευτών. Αυτό είναι και το τελευταίο σενάριο.
Στην τελευταία αυτή περίπτωση η Βουλή θα εκλέξει ΠτΔ, αλλά είναι ιδιαίτερα αμφίβολο αν θα μπορέσει να σχηματισθεί Κυβέρνηση «εμπιστοσύνης» από μια τέτοια Βουλή, καθώς αν δεν κατορθώθηκε να υπάρξει συναίνεση κατά την εκλογή ΠτΔ, πως θα μπορέσει να αναδειχθεί πρωθυπουργός όπως ορίζει το άρθρο 37 του Συντάγματος και να λάβει η Κυβέρνηση τη δεδηλωμένη πλειοψηφία της Βουλής σύμφωνα με το άρθρο 84 του Συντάγματος, όπου απαιτείται η απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλετών (120<150); Αν δεν υπήρξε η συναίνεση αυτή για τον ΠτΔ θα υπάρξει για την εκλογή της εκτελεστικής εξουσίας; Νομίζω ότι ρεαλιστικά κάτι τέτοιο είναι ιδιαίτερα αμφίβολο.
Γεράσιμος Γαβριελάτος
Ασκούμενος Δικηγόρος Κεφαλληνίας