Δριμύ κατηγορώ Φισφή για το νομοσχέδιο στην Υγεία : Δεν θα κοιτάμε τον ασθενή στα μάτια, αλλά ως περιστατικό για οικονομική αφαίμαξη (COSMOS 96,5)
Στον ραδιοφωνικό σταθμό COSMOS 96,5 στην εκπομπή «Στα Υπόγεια είναι η θέα», με τους δημοσιογράφους Δημήτρη Αλοίζο και Σπυριδούλα Αναλυτή, φιλοξενήθηκε ο ιατρός του Γ. Νοσοκομείου Αργοστολίου και Πρόεδρος του Ιατρικού Συλλόγου Κεφαλονιάς και Ιθάκης Ιωάννης Φισφής ,ο οποίος μίλησε για το νομοσχέδιο για την Δευτεροβάθμια περίθαλψη.
«Δυστυχώς τα πράγματα είναι πολύ άσχημα και δεν είναι θέμα αντιπολίτευσης - συμπολίτευσης , δεν υπάρχει κανένας συνδικαλιστικός φορέας της δημόσιας υγείας που να μην καταδικάζει αυτό το νομοσχέδιο.
Με το νομοσχέδιο αυτό στην ουσία καταργείται και τυπικά πλέον η μόνιμη και αποκλειστική απασχόληση των γιατρών στο ΕΣΥ, μία κατάκτηση πολλών δεκαετιών , η οποία ξεκίνησε από τον Γιώργο Γεννηματά και αναμόρφωσε την υγεία στην Ελλάδα. Με το άρθρο 10 εν τοις πράγμασι καταργείται και έχει ως αποτέλεσμα την διαφοροποίηση αφ ενός μεν των εργασιακών σχέσεων των νοσοκομειακών γιατρών , αλλά και των ιδιωτών και οικονομικό αντίκτυπο στους οικονομικά ασθενέστερους πολίτες. Οι οικονομικά ασθενέστεροι πλέον, δεν θα έχουν πρόσβαση στη δημόσια και δωρεάν υγεία και όλοι οι υπόλοιποι πολίτες για τις παροχές υγείας που μέχρι τώρα ήταν δωρεάν, θα πληρώνουν πάρα πολλά χρήματα».
Εξειδικεύοντας τα του νομοσχεδίου ο κ. Φισφής ανέφερε:
« Οι εργασιακές σχέσεις των γιατρών μ αυτό το νομοσχέδιο αλλάζουν, παύει η μονιμότητα στο ΕΣΥ και από την ψήφιση του νομοσχεδίου και μετά, θα μπορούν οι νοσοκομειακοί γιατροί να κάνουν ιδιωτικό ιατρείο με ότι αυτό συνεπάγεται και ουσιαστικά θα γίνει άγρα πελατών. Δεν θα κοιτάμε πλέον τον ασθενή στα μάτια, αλλά ως περιστατικό τα οποίο χρήζει οικονομικής αφαίμαξης. Πλέον την ιατρική πράξη θα την καθορίζει το χρήμα άμεσα. Δεν θα βάζουμε τις ενδείξεις χειρουργείου βάσει των ιατρικών δεδομένων, εκεί οδηγούμαστε».
Ο κ Φισφής επίσης αναφέρθηκε στην απαξίωση του ΕΣΥ: « Εδώ και πολλά χρόνια έχουμε μία συνεχή απαξίωση του ΕΣΥ απ όλες τις κυβερνήσεις και έχουμε φτάσει πλέον στο μη περαιτέρω. Αντί να έρθουμε να διορθώσουμε τα κακώς κείμενα , να αξιοποιήσουμε τους ανθρώπους του ΕΣΥ, πάμε να καταργήσουμε το Δημόσιο Σύστημα Υγείας και να γίνει μια part-time απασχόληση, τόσο με τις προκηρύξεις των γιατρών από δω και στο εξής που θα γίνονται στα νοσοκομεία , όσο και με την κατάργηση της αποκλειστικής απασχόλησης των γιατρών. Αυτή η διαφοροποίηση των εργασιακών συνθηκών θα έχει ως αποτέλεσμα οι μικροί ιδιώτες που έχουν ένα ιατρείο και μοχθούν να τα φέρουν πέρα να έχουν έναν ανταγωνισμό από μεγάλους κλινικάρχες η από οποιονδήποτε μεγαλοδιευθυντή μέσα σε ένα δημόσιο νοσοκομείο και το μόνο κίνητρο για να μπεί κάποιος στο ΕΣΥ θα είναι η άγρα πελατών για το δικό του ιατρείο και ο νοσοκομειακός γιατρός θα είναι αναγκασμένος να οδηγεί τους ασθενείς στο ιατρείο του. Υπάρχουν ειδικότητες όπως οι χειρουργικές οι οποίες δεν μπορούν να λειτουργήσουν έτσι , έχω την εμπειρία της Γερμανίας που υπήρχαν ιδιώτες που χειρουργούσαν μέσα στα νοσοκομεία , όμως το νοσοκομείο πρέπει να έχει οργανωμένη κλινική, για να παρέχει υπηρεσίες, δεν είναι αλά καρτ. Πρέπει να υπάρχει μια υποδομή και την παρέχουν σε ιδιώτες οι οποίοι είναι μέσα στο σύστημα και λειτουργούν με αυστηρούς κανόνες και με θέσπιση κρατικών τιμών στις υπηρεσίες τους. Στην Ελλάδα δε συμβαίνει αυτό».
Στην στόχευση του Υπουργείου Υγείας: «Αυτό που προσπαθούν να κάνουν τώρα είναι μία διαφοροποίηση απότομη των εργασιακών σχέσεων , προσπαθώντας το κόστος της δημόσιας υγείας να το μεταφέρουν στους πολίτες. (Έδωσε αναλυτικά ένα παράδειγμα του τι συμβαίνει σήμερα και του τι θα επακολουθήσει). Αυτή τη στιγμή θέλουμε να διαλύσουμε ένα Δημόσιο Σύστημα Υγείας δευτεροβάθμιας περίθαλψης που οι μισθοί των γιατρών είναι εξευτελιστικοί,. Είμαστε οι πιο κακοπληρωμένοι υγειονομικοί στην Ευρώπη και αντί να δούμε πως θα βελτιώσουμε τα οικονομικά των γιατρών και την βιωσιμότητα των νοσοκομείων , όχι ως ιδιωτικά, αλλά ως δημόσια, γίνεται αυτό. Δεν είναι τυχαίο ότι έχουμε έναν παθολόγο, έναν αναισθησιολόγο και αυτό δεν θα διορθωθεί σε καμία περίπτωση με την παροχή κάποιων ωρών από έναν ιδιώτη. Το Εθνικό Σύστημα Υγείας επιτέλεσε το σκοπό του και κράτησε την ασφάλεια των πολιτών με τον covid, τα μεγάλα ιδιωτικά νοσοκομεία , δεν ασχολήθηκαν με τον covid καθόλου και ως επιβράβευση όλης αυτής της προσπάθειας έρχεται αυτό το νομοσχέδιο που στην ουσία είναι η διάλυση του ΕΣΥ και η παροχή στα ιδιωτικά κεφάλαια της υγείας των πολιτών. Αυτό εμάς μας βρίσκει καθολικά αντίθετους».
Στο γίγνεσθαι των νοσοκομειακών γιατρών και στην εξελικτική πορεία της κατάστασης: «Ως νοσοκομειακός γιατρός μεγάλωσα σε νοσοκομεία με γιατρούς οι οποίοι εξυπηρετούσαν τον ρόλο τους και βοηθούσαν τον κόσμο. Εμείς μάθαμε την ιατρική σεβόμενοι την ιεραρχία, δεν μπορεί μια κλινική να λειτουργήσει αλά καρτ με τρείς ουρολόγους χωρίς να υπάρχει μια βασική δομή. Πρέπει να υπάρχουν διευθυντές, επιμελητές και όταν και όπου χρειαστούμε , δεν είμαι αντίθετος να μπούν ιδιώτες να βοηθήσουν , όμως το θέμα είναι ότι δεν μπορεί να μην υπάρχει ο βασικός κορμός. Για μένα τοποθετείται το τελευταίο καρφί σε μια διαδικασία που έχει αρχίσει εδώ και χρόνια και έχουν αφήσει το ΕΣΥ και έχει παρακμάσει και φυσικά αυτό έγινε επίτηδες για να μην αντιδράσει ο κόσμος σ αυτό που θα συμβεί. Στην πρωτοβάθμια περίθαλψη μέσασε μία μέρα καταργήθηκε το παλιό ΙΚΑ , που εξυπηρετούνταν ο κόσμος και είχανε θέσει στους γιατρούς το ερώτημα της αποκλειστικής απασχόλησης στο ΙΚΑ η όχι. Φυσικά όλοι έφυγαν και τα ΙΚΑ κατέρρευσαν. Τότε δεν έκαναν τίποτα για να «φτιαχτεί» η πρωτοβάθμια περίθαλψη και τώρα έρχονται να καταργήσουν την δευτεροβάθμια περίθαλψη από τον αντίθετο δρόμο. Καταργούν την αποκλειστική απασχόληση των γιατρών και «χρυσώνουν» το χάπι ότι και καλά θα είναι καλύτερα. Όμως αυτό το κόστος θα το πληρώσουν οι πολίτες άμεσα πια. Δεν υπάρχει μία συνδικαλιστική οργάνωση, που να είναι υπέρ αυτού του νομοσχεδίου, έχουν όλες την ίδια γραμμή. Εμείς θα δώσουμε τον αγώνα όπου και όπως μπορούμε και πιστεύω και εύχομαι κι ελπίζω αυτό το νομοσχέδιο να καταργηθεί από τον ίδιο τον κόσμο, όπως απέτυχε κατά τη γνώμη μου το θέμα του προσωπικού γιατρού».
Ακολουθεί το ηχητικό της συνέντευξης.