Κατώτατος μισθός: Αλλαγή δεδομένων και αναβολή στις αποφάσεις
Αναβολή στις αποφάσεις για την αναπροσαρμογή του κατώτατου μισθού: Με φόντο το τραγικό σιδηροδρομικό δυστύχημα που κόστισε τη ζωή σε δεκάδες ανθρώπους -κυρίως νέους- το υπουργικό συμβούλιο το οποίο σήμερα επρόκειτο να «σφραγίσει» το ποσοστό της αύξησης των κατώτατων αποδοχών δεν θα γίνει. Όπως όλα δείχνουν οι όποιες εξελίξεις θα δρομολογηθούν εκ νέου κατά το β΄15νθημερο του τρέχοντος μήνα. Εκείνο που δεν θα αλλάξει είναι η υιοθέτηση του νέου «φουσκωμένου« μισθού από την 1η Απριλίου.
Γράφει ο Βαγγέλης Δουράκης
Όπως όλα δείχνουν το κυβερνητικό επιτελείο σχεδιάζει να αποφασίσει την εφαρμογή μίας νέας αύξησης του κατώτατου μισθού από τον ερχόμενο μήνα, στα 751 έως 770 ευρώ από 713 ευρώ που είναι σήμερα.
Ποιες είναι οι προτάσεις για τον κατώτατο μισθό
Έως τώρα όλοι οι εμπλεκόμενοι φορείς έχουν καταθέσει τις προτάσεις τους για την αύξηση του κατώτατου μισθού, η οποία κυμαίνεται από 5% έως και 10%, ενώ ο Κωστής Χατζηδάκης με τη μελέτη του ΚΕΠΕ θα κάνει την εισήγησή του στο Υπουργικό Συμβούλιο όταν αυτό αποφασιστεί να διενεργηθεί. Σε σχέση πάντως με τα 713 ευρώ μεικτά που είναι σήμερα ο κατώτατος μισθός, η ΓΣΕΒΕΕ προτείνει 770-784 ευρώ, ο ΣΕΤΕ 753 ευρώ, η ΕΣΕΕ 763 ευρώ, η Τράπεζα της Ελλάδος 780 ευρώ και η ΓΣΕΕ 826 ευρώ (η υψηλότερη πρόταση).
Σύμφωνα πάντως με τις τελευταίες πληροφορίες, προτάσεις που έφερναν το νέο κατώτατο μισθό πιο κοντά ή και υψηλότερα των 800 ευρώ δεν φαίνεται πως θα προχωρήσουν τελικά.
Όπως ισχυρίζονται πηγές που βρέθηκαν στις διαπραγματεύσεις, η αναπροσαρμογή αυτή ξεπερνούσε τον πληθωρισμό, ενώ διεύρυναν την απόσταση από τον βασικό μισθό του Δημοσίου, ο οποίος κινείται σε χαμηλότερα επίπεδα από εκείνον του ιδιωτικού.
Στον ιδιωτικό τομέα, ο μισθός των 713 ευρώ, με 14 μισθούς, αντιστοιχεί σε 831 ευρώ μηνιαίως. Μια αναπροσαρμογή στα επίπεδα των 800 ευρώ θα μπορούσε να ανοίξει γύρο διεκδικήσεων για νέες αυξήσεις στον δημόσιο τομέα ενόψει της διαμόρφωσης του ενιαίου μισθολογίου στο Δημόσιο από το καλοκαίρι, με ισχύ από την 1η Ιανουαρίου 2024.
Τα τρία σενάρια για τη νέα αναπροσαρμογή
Σε κάθε περίπτωση σε σχέση με κατώτατο μισθό του ιδιωτικού τομέα, τα τρία σενάρια που βρίσκονται στο τραπέζι για την αύξησή του από 1-4-2023 προβλέπουν τα εξής:
1 Αύξηση κατά 5,5%, ώστε ο κατώτατος να φθάσει στα προμνημονιακά επίπεδα των 751 ευρώ.
2 Αύξηση κατά 6%, ώστε ο βασικός μισθός να οδηγηθεί στο επίπεδο των 756 ευρώ.
3 Αύξηση κατά 7%-8%. Σε αυτή την περίπτωση ο μισθός θα αυξηθεί κατά 50-57 ευρώ και θα φτάσει τα 763-770 ευρώ.
Η ανακοίνωση του νέου κατώτατου μισθού δεν αποκλείεται να συνδυαστεί με την εξαγγελία για περαιτέρω μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, ακόμη και αν το μέτρο εφαρμοστεί αργότερα, μετά τις εκλογές, αλλά εντός του 2023.
Συγκεκριμένα, οι πληροφορίες αναφέρουν ότι η κυβέρνηση κλειδώνει μια νέα μείωση κατά 0,60% των ασφαλιστικών εισφορών εντός του 2023, ενώ σε βάθος τετραετίας θα εξεταστεί και περαιτέρω μείωση του μη μισθολογικού κόστους.
Ποιοι απασχολούμενοι θα δουν αυξήσεις
Οι αυξήσεις στους κατώτατους μισθούς αφορούν 1 στους 4 μισθωτούς του ιδιωτικού τομέα, δηλαδή 650.000-700.000 εργαζομένους που απασχολούνται με πλήρη ή μερική απασχόληση. Βέβαια, και παρά τις τελευταίες αυξήσεις, σε σύγκριση με την Ευρωπαϊκή Ενωση, ο κατώτατος μισθός στην Ελλάδα παραμένει σταθερά σε χαμηλά επίπεδα.
Τα 713 ευρώ μεικτά (831 ευρώ αν γίνει αναλογία επί των 12 μισθών ετησίως) φέρνουν την Ελλάδα στην τρίτη ομάδα χωρών της ΕΕ με μισθούς κάτω από 1.000 και από 1.500 ευρώ.
Επισημαίνεται ότι η Ελλάδα παραμένει χώρα με πολύ χαμηλούς μισθούς, καθώς οι 6 στους 10 εμφανίζουν μεικτές αποδοχές κάτω από 1.000 ευρώ και μόλις 72.000 δηλώνουν πάνω από 3.000 ευρώ μεικτά που γίνονται 2.000 ευρώ καθαρά λόγω του υψηλού μη μισθολογικού κόστους.
Η αύξηση του κατώτατου μισθού βοηθάει τη βάση της πυραμίδας, όχι όμως και τους υπόλοιπους 1,6 εκατ. εργαζομένους στον ιδιωτικό τομέα ή τους περίπου 800.000 εργαζομένους στον δημόσιο τομέα. Μάλιστα, η πλειοψηφία των 1,6 εκατ. εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα έχει υποστεί μειώσεις έως και 40% κατά τη διάρκεια των Μνημονίων με μονομερή απόφαση του εργοδότη.
Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας 2012-2022 σε δεκάδες κλάδους διαλύθηκαν τα εργοδοτικά κλαδικά σωματεία, με αποτέλεσμα να μην υπογραφούν νέες κλαδικές συμβάσεις και οι νεοεισερχόμενοι στην αγορά εργασίας είτε να αμείβονται με τον κατώτατο μισθό είτε με αποδοχές υψηλότερες μέσω ατομικών ή επιχειρησιακών συμβάσεων, κατώτερες ωστόσο των τελευταίων κλαδικών.
Να σημειωθεί πως οι εργαζόμενοι με τις κατώτατες αμοιβές χάνουν ετησίως από έναν έως τεσσερισήμισι μισθούς εξαιτίας των «παγωμένων» τριετιών από την επιβολή του μέτρου έως σήμερα, ενώ συνολικά τη δεκαετία 2012-2022 οι μισθωτοί του ιδιωτικού τομέα απώλεσαν περί τα 12 δισ. ευρώ.
enikonomia.gr