Θεόφραστος Χαρτουλιάρης: «Περί τους όρους Κεφαλληνία & Κεφαλλήνες»
Πολύς λόγος έχει γίνει τα τελευταία χρόνια και υπό πολλών πλευρών σχετικά με την ορθή μορφή που πρέπει να έχει το όνομα του αγαπημένου μας νησιού Κεφαλληνία, καθώς και του λαού της Κεφαλλήνες, με ένα δηλ. ή με δύο λ.
Αυτός και ο λόγος που το «περί» στον τίτλο του παρόντος συντάσσεται με αιτιατική, επειδή στο σύντομο αυτό κείμενο δεν θα αναφερθώ στο ευρύτατο θέμα των όρων Κεφαλληνία και Κεφαλλήνες, αλλά μόνο στο παραπάνω επί μέρους θέμα.
Όχι λοιπόν για να γίνεται κουβέντα για την κουβέντα, ούτε από διάθεση καμμίας αντιπαράθεσης – αυτά άλλωστε δεν μου είναι οικεία -, αλλά καταθέτω σχετικά με αυτό το θέμα κάποιες σκέψεις μου με το ίδιο πνεύμα, όπως δηλ. πιστεύω ότι και όλοι οι άλλοι όσοι ασχολήθηκαν, όποιες απόψεις και αν είχαν, έγινε τούτο από κίνητρο αγάπης και ενδιαφέροντος και μόνο, για τον τόσο αγαπημένο, τόσο ακριβό και τόσο ενδιαφέροντα τόπο μας.
Λογικό λοιπόν πιστεύω ότι είναι, και λόγω της αγάπης που έχουμε όλοι γι΄ αυτόν τον τόπο, αλλά και λόγω του τόσο σπουδαίου, ποικίλου και λίαν γενικότερου ενδιαφέροντος που παρουσιάζει, να έχουμε ιδιαίτερη ανησυχία/ευαισθησία για όλα τα θέματά του και οπωσδήποτε για το όνομά του, που αποτελεί έμβλημα και ταυτότητά του, αλλά και τη μορφή του τρόπου έκφρασής του.
Η ονομασία ενός λαού ή ενός τόπου συνήθως αποτελεί έ κ φ ρ α σ η ενός ή περισσοτέρων πραγμάτων. Γι΄ αυτό χρειάζεται πάρα πολλή προσοχή μήπως έστω και με μια μικρή αλλαγή αποκλείσουμε κάποια ή κάποιες εκδοχές που δεν είναι καθόλου εύκολο να φανταστούμε με τα σημερινά δεδομένα. Η έρευνα και η πρόοδος στον επιστημονικό τομέα, ιδίως κατά τα τελευταία χρόνια, μας έχουν συνηθίσει σε πολλές και απίθανες εκπλήξεις που ποτέ δεν είχαμε φανταστεί. Νομίζω λοιπόν ότι αποτελεί σοφία η για λόγους πρόνοιας επιφύλαξη ενός ερευνητή. Πάντοτε βέβαια ισχύει αυτό, αλλά πολύ περισσότερο σήμερα για τους ανωτέρω λόγους.
Αυτό πιστεύω ότι ισχύει και για τις ονομασίες Κεφαλλήνες και Κεφαλληνία. Στα ομηρικά έπη παρατηρούμε ότι ο Όμηρος συνηθίζει να χρησιμοποιεί για μετρικούς λόγους δύο όμοια σύμφωνα. Είναι επομένως πολύ λογικό το να υποθέσουμε ότι και στην ονομασία του λαού Κεφαλλήνες γι΄ αυτό ετοποθέτησε τα δύο λ. Στο σημείο αυτό όμως νομίζω ότι πρέπει να έχουμε και μία επιφύλαξη, γι΄ αυτό και λέμε ότι είναι πολύ λογικό να δεχθούμε τούτο ως υπόθεση – ως πιθανότητα δηλ. - και όχι ως βεβαιότητα, διατηρούντες την απορία μήπως εκτός του μέτρου υπήρχε και κάποιος άλλος λόγος. Ύστερα προβάλλει και ένα άλλο ερώτημα.
Αν ο Όμηρος χρησιμοποίησε τα δύο λ για λόγους μετρικούς, οι δύο κορυφαίοι και άριστοι γνώστες της αρχαίας ελληνικής Γραμματείας Ηρόδοτος και Θουκυδίδης, στους οποίους ήταν οπωσδήποτε γνωστή η συχνή χρήση των δύο ομοίων συμφώνων από τον Όμηρο για μετρικούς λόγους, πώς δεν διόρθωσαν αυτήν την ανορθογραφία; Αυτό κάνει εντύπωση γιατί είναι πολύ χτυπητές οι περιπτώσεις των δύο ομοίων συμφώνων που χρησιμοποιεί ο Όμηρος, ώστε αν δεν συνέτρεχε ο λόγος του μέτρου θα ήταν τούτο παντελώς απαράδεκτο.
Διατηρούντες μία επιφύλαξη, ακόμη κι αν αυτή έχει πιθανότητες της τάξεως μόνο του 1-2 %, αφήνουμε χώρο και για άλλες εκδοχές πλουτίζοντες έτσι το σύνολο των εκδοχών και κατ΄ επέκτασιν των νοημάτων της ερευνωμένης ονομασίας. Ένα απλό παράδειγμα.
Μου είχε αναφέρει η μητέρα μου δυο τρεις φορές ότι, είχε ακούσει ή διαβάσει – ήμουν σε πολύ μικρή ηλικία τότε και δεν ενθυμούμαι - ότι, «στην Κεφαλληνία δόθηκε αυτή η ονομασία λόγω της ευφυϊας των Κεφαλλήνων – επειδή δηλ. το νησί, σύμφωνα και με την παλιά έκφραση, βγάζει κεφάλια, εννοώντας δυνατά μυαλά, ιδιοφυϊες – και ότι γράφεται με δύο λ διά να μη συγχέεται, όπως επί λέξει μου έλεγε, το εθνικόν Κεφαλλήν με την κεφαλήν (δηλ. με το ουσιαστικό κεφαλή)». Τι να πει κανείς; Δεν είναι όμορφη και αυτή η εκδοχή; Δεν είναι πιθανή: Δεν μας τιμά; Και γιατί να έχει πιθανότητες αληθείας ως ετυμολογία 1-2 % και να μην έχει 98-99 % η εκδοχή αυτή, και πολύ μικρότερες πιθανότητες η λόγω ορεινής προέλευσης των Κεφαλλήνων εκδοχή; (Από τις κεφαλές - κορυφές δηλ. – των ορέων).
Άλλωσ τε μόνο οι Κεφαλλήνες είχαν ορεινή καταγωγή; Πώς από τα τόσα ορεσίβια ελληνικά φύλα δεν πήρε κανένα την προσωνυμία – χαρακτηρισμό; Κεφαλλήνες ή κάποια άλλη συγγενή ετυμολογικά ονομασία; Λογικά λοιπόν δεν στέκει η παραπάνω περί ευφυϊας εκδοχή; Η προσωπική μου άποψη επί του προκειμένου είναι ότι, είναι πάρα πολύ πιθανή ή εκδοχή του να προέρχεται η ονομασία Κεφαλλήνες από το χαρακτηριστικό της ευφυϊας τους και τα δύο λ να προέκυψαν λόγω χρήσης του δευτέρου λ από τον Όμηρο για λόγους μέτρου και όχι για να μην επέρχεται σύγχυση μεταξύ των λέξεων Κεφαλλήν και κεφαλή, διατηρώντας όμως ταυτόχρονα και την επιφύλαξη, σύμφωνα με την οποία, είναι πιθανόν και η ετυμολογία να είναι διαφορετική και τα δύο λ να οφείλονται εκτός του μέτρου και σε κάποιον άλλο λόγο άγνωστο σ΄ εμάς.
Ακόμη ας μη μας διαφεύγει ότι οι περισσότερες αρχαίες τοπωνυμίες προέρχονται από τη Μυθολογία και πολύ λιγότερες από τη λογική, αν και πολλοί μύθοι έχουν πολλές φορές ως αφετηρία τους τη λογική. Έτσι η εκδοχή που θεωρεί το όνομα Κεφαλληνία να προήλθε από την ονομασία του λαού Κεφαλλήνες έχει ως βάση της τη λογική, απεναντίας η εκδοχή που θέλει τις ονομασίες Κεφαλληνία και Κεφαλλήνες να προέρχονται από το μυθικό (μήπως και πραγματικό;) βασιλιά της Κεφαλληνίας Κέφαλο έχει μυθική προέλευση (στην περίπτωση βέβαια που ο Κέφαλος δεν είναι ιστορικό πρόσωπο), όπως δηλ. συμβαίνει και με αμέτρητες άλλες τοπωνυμίες της πατρίδας μας, που έχουν μυθική προέλευση. [Πρβλ. Αθήνα από την Αθηνά, Δωρίδα από τη μητέρα των Νηρηίδων Δωρίδα (Ησιόδ. Θεογονία241), Ευρώπη, από την Ευρώπη που ήταν μία από τις Ναϊάδες (Θεογονία 357), Αχελώος (Θεογονία 340) κ. λπ. άπειρες περιπτώσεις].
Την περί Κεφάλου εκδοχή ενισχύουν και οι επίσης έχουσες άμεση σχέση με τον Κέφαλο ονομασίες των τεσσάρων πόλεων της τετραπόλεως Κεφαλληνίας: Κράνη, Πάλη, Σάμη και Πρόννοι με τις ονομασίες τους προερχόμενες από τα αντίστοιχα ονόματα των υιών του Κεφάλου Κράνιο, Πηλέα η Παλέα, Σάμο ή Σάμιο και Πρόννο ή Πρόννησο, όπως και τα αντίστοιχα ονόματα των κατοίκων των πόλεων αυτών Κράνιοι, Παλλείς, Σαμαίοι και Προνναίοι. Εάν βέβαια, ισχύει κάτι τέτοιο τα δύο λ έχουν τεθεί για μετρικούς λόγους, και απομένει η περίπτωση, όπως προαναφέραμε, που η προέλευση των ονομασιών Κεφαλληνία και Κεφαλλήνες να έχει κάποια άλλη άγνωστη μέχρι τούδε ετυμολογική ερμηνεία, οπότε τα δύο λ έχουν τεθεί ή για λόγους και πάλι μετρικούς ή για κάποιους καθαρά εννοιολογικούς λόγους ή ίσως για λόγους προφοράς άγνωστης σ΄ εμάς κ.λπ. Μήπως ακόμη αποτελούν κατάλοιπο κάποιας προγενέστερης γραφής, π.χ. Γραμμικής Β κ.λπ.; Άρα το θέμα τούτο παραμένει αιτηματώδες (θέμα όμοιο προς αίτημα – Λεξικό Δημητράκου, τόμ. Α, σ. 130-), και ένα θέμα που παραμένει αιτηματώδες αφήνει περιθώρια και για ποικίλες άλλες εκδοχές.
Γιατί λοιπόν να το περιορίσουμε και να το στερήσουμε από τη γοητεία της αναζήτησης και άλλων πιθανών εκδοχών; Ό,τι δε στον επιστημονικό τομέα παραμένει αίτημα, ή συνιστά θέμα αιτηματώδες, όπως το παρόν, παρέχει εκτός από τη γοητεία της αναζήτησης και όχι μικρή νοητική καλλιέργεια. Γιατί λοιπόν να το κλείσουμε τόσο βιαστικά; Ο Καθηγ. Μαρινάτος αν και θεωρεί ότι η ονομασία Κεφαλληνία προήλθε από το λαό Κεφαλλήνες χρησιμοποιεί παντού τις ονομασίες Κεφαλλήνες και Κεφαλληνία με δύο λ και ουδέποτε έθεσε θέμα γραφής με ένα λ. Τούτο σημαίνει δύο τινά. Ή ότι είχε την υποψία μήπως, έστω και με κάποιες μικρές πιθανότητες, τα δύο λ δεν ωφείλοντο μόνο στο μέτρο αλλά και σε κάποιο άλλο λόγο, ή ότι επιθυμούσε να διατηρηθούν τα δύο λ από σεβασμό στην αρχαιότατη και αρχική γραφή.
Όπως πάντως και να έχουν τα πράγματα αφού ο Ό μ η ρ ο ς είναι ο πρώτος που έγραψε το όνομά μας ως λαού, όπως το έγραψε: Κ ε φ α λ λ ή ν ε ς, και αφού ο Η ρ ό δ ο τ ο ς είναι ο πρώτος που έγραψε το όνομα του νησιού μας όπως το έγραψε: Κ ε φ α λ λ η ν ί α, και αφού ο Θ ο υ κ υ δ ί δ η ς το ξαναέγραψε επίσης έτσι: Κ ε φ α λ λ η ν ί α, πιστεύουμε ότι είναι λίαν τιμητικό για εμάς να συνεχίσουμε να γράφουμε τις δύο αυτές τόσο προσφιλείς σ΄ εμάς ονομασίες όπως τις έγραψαν ΑΥΤΟΙ ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΜΕΓΑΛΟΙ, αλλά και ΕΠΕΙΔΗ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΑΡΧΙΚΕΣ, ΟΙ ΠΡΩΤΕΣ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΤΕΡΕΣ ΓΡΑΦΕΣ ΚΑΙ ΜΑΛΙΣΤΑ ΑΠΟ ΑΥΤΟΥΣ ΤΟΥΣ ΤΡΕΙΣ. Τη γραφή αυτή ακολούθησαν και πολλοί άλλοι εξέχοντες αρχαίοι, ιστορικοί και γεωγράφοι, μεταξύ των οποίων οι ου τυχόντες Στράβων, Παυσανίας και Πολύβιος.
Ως γνωστόν, αλλά και εύλογον διά πλείστους λόγους, οι ονομασίες λαών και τοπωνυμίων δεν πρέπει να αλλάζουν ούτε «κατά ιώτα έν ή μίαν κεραίαν». Οι αρκετά μεταγενέστεροι γράφουν ίσως μη έχοντες ιδιαίτερη γνώση των αρχικών γραφών, ουκ ολίγοι δε εκ των νοταρίων έχουν αμέτρητο πλήθος ανορθογραφιών. Το ίδιο συμβαίνει και με πολλές επιγραφές άχρι του νυν.
Κατ΄ αυτές τις μακρές περιόδους που μεσολάβησαν από την αρχαιότητα – αλλά και κατ΄ αυτήν – μέχρι της σήμερον λόγω των πολλών δυσκολιών, αναταραχών, επιδρομών κ.λπ. δυσχερέστατων συνθηκών ήταν εξαιρετικά δύσκολη η πρόσβαση στην αρχαία Γραμματεία. Μέγα πλήθος και των τότε εγγραμμάτων όχι μόνο δεν είχε μελετήσει το μεγαλύτερο μέρος της αρχαίας Γραμματείας, (άραγε πόσοι και σήμερα με τις τόσο εύκολες και ποικίλες προσβάσεις την έχουμε μελετήσει πλην μόνο αποσπασματικά; Άλλως τε είναι τούτο πρακτικώς αδύνατον), αλλά ούτε καν ήταν εύκολο να ιδούν έστω και εξ όψεως κλειστά τα ελάχιστα χειρόγραφα αντίτυπα.
Μόνο μερικούς τίτλους γνώριζαν αρκετοί εξ αυτών ή συνοπτικές περιλήψεις μερικών μόνον έργων. Ήταν εξαιρετικά δύσκολο να έχει κανείς την ευχέρεια να μελετήσει τα ομηρικά έπη ή τα συγγράμματα του Ηροδότου ή του Θουκυδίδη και μάλιστα να συναντήσει τις ελάχιστες αναφορές τους στους όρους Κεφαλλήνες και Κεφαλληνία.
Άρα η άγνοια ήταν η κυριότερη αιτία της συγχύσεως που δημιουργήθηκε στο πέρασμα των αιώνων. Και ένα αντίθετο παράδειγμα. ο Μέγας Βασίλειος τον Δ΄ αιώνα μ. Χ., βαθύς μελετητής της αρχαίας Γραμματείας, στην προς Αβούργιο Επιστολή του και σε αναφορά που κάνει στην Οδύσσεια, τον όρο Κεφαλλήνες, αναφέροντάς τον γενικά και όχι επικαλούμενος κάποιον συγκεκριμένο στίχο, τον γράφει όπως και ο Όμηρος, δηλ. με δύο λ. Και για να ολοκληρώσουμε το θέμα τούτο.
Αν βρούμε ένα μικρό τμήμα κατεστραμμένου αρχαίου κεραμικού πιστεύουμε ότι βρήκαμε ένα σπουδαίο εύρημα και είναι, και το περιθάλπουμε και το καθαρίζουμε και το μελετούμε και το τοποθετούμε στις προθήκες των Μουσείων μας και λίαν καλώς πράττουμε. Τις τόσο αρχαίες ονομασίες του λαού και του νησιού μας και μάλιστα πρωτογραμμένες από τους ανωτέρω Τρεις Κορυφαίους γιατί να τις αλλάξουμε; Και δύο φ αν είχε τοποθετήσει ο Όμηρος και δύο ν πέραν των δύο λ και πάλι άξιζε τον κόπο να τα γράφαμε έτσι, μόνο και μόνο επειδή έτσι το έγραψε ο Ένας και μοναδικός Όμηρος, ο Πατήρ της μοναδικής παγκοσμίως Γραμματείας μας. Αλλά και πέραν τούτου. Όπου έτυχε να δω τις λέξεις Κεφαλληνία και Κεφαλλήνες σε εξαιρετικά σπάνιες περιπτώσεις με ένα λ, οι περισσότερες από ανορθογραφία βέβαια και όχι από πεποίθηση, κάτι δεν μου πήγαινε καλά, όχι μόνο από συναισθηματισμό ή από συνήθεια, αλλά και από πλευράς καλαισθησίας. Διέκρινα κάποια έλλειψη οπτικής αρμονίας, οφειλόμενη σε μαθηματική/γεωμετρική αιτία.
Με λίγη προσοχή διεπίστωσα ότι η εικόνα και στις δύο λέξεις είναι πολύ διαφορετική αν γραφούν με ένα λ ή με δύο. Τούτο προφανώς οφείλεται στο ότι το γράμμα αυτό ευρίσκεται ακριβώς στο μέσον και των δύο λέξεων. Υπάρχουν 4 γράμματα πριν και 4 μετά. Έτσι έχουμε άλλη εικόνα αν έχουμε ένα γράμμα ανάμεσα σε 4 και 4 και άλλη πιο αρμονική, πιο πλήρη θα έλεγα από οπτικής πλευράς, αν έχουμε 2 όμοια ανάμεσα σε 4 και 4. Τα ίδια ισχύουν και για τον όρο Κεφαλλονιά. Η συνήθεια βέβαια των τελευταίων κυρίως χρόνων απαιτεί το ένα λ, προφανώς χάριν κάποιας απλούστευσης, η φιλοπαραδοσιακότητα ευχαριστείται περισσότερο με τα δύο. Μερικά Λεξικά γράφουν: α) Δημητράκου: Κεφαλληνία, κεφαλληνιακός, Κεφαλληνίς-ίδος η Κεφαλλονίτισσα β) Επιτροπής Φιλολόγων (Καθαρευούσης – Δημοτικής): Κεφαλληνία, Κεφαλλήν, κεφαλληνιακός, Κεφαλλονιά, Κεφαλλονίτης, κεφαλληνιακός, γ) Τεγόπουλου – Φυτράκη: Κεφαλληνία, Κεφαλλονιά, Κεφαλλονίτης, -ισσα, κεφαλληνιακός, δ) Μπαμπινιώτη: Κεφαλονιά ή Κεφαλλονιά και λόγιο Κεφαλληνία. Η Ακαδημία Αθηνών απεφάνθη προ ετών υπέρ των δύο.
Η αλήθεια είναι ότι ο περισσότερος κόσμος, Κεφαλλήνες και μη, δηλώνει άγνοια ως προς την ορθή γραφή των λέξεων Κεφαλλονιά, Κεφαλλονίτης κ.λπ., αλλά και στα κομπιούτερ η ίδια σύγχυση επικρατεί. Κατόπιν όλων αυτών καθώς και των ανωτέρω, αλλά επί πλέον και για λόγους ομοιομορφίας, αλλά και για να μην τρελάνουμε και τα κομπιούτερ και τον κόσμο όλο και προ πάντων, επαναλαμβάνουμε, χάριν της αρχαιότατης και αρχικής γραφής φρονούμεν ότι, η χρήση των δύο λ λύνει καθ΄ ολοκληρίαν το πρόβλημα. Ας αναλογιστούμε για λίγο σε πόση σύγχυση θα είμαστε όλοι οι Έλληνες και όλος ο κόσμος και τα κομπιούτερ εάν αντιμετωπίζαμε το ίδιο πρόβλημα με τους όρους: Ελλάς,Ελλάδα, Έλλην, Έλληνας, Ελληνισμός, ελληνικός, ελλαδικός, ελληνικότητα κ.λπ.Και δεν είναι τελείως ανόμοιες οι δύο περιπτώσεις.
Εκείνο βέβαια που προσδίδει τη μεγαλύτερη βαρύτητα στη δική μας περίπτωση είναι ότι, ο Όμηρος, ο Ηρόδοτος και ο Θουκυδίδης, πρώτοι αυτοί, έγραψαν έτσι τα ονόματα του λαού και του νησιού μας: ΚΕΦΑΛΛΗΝΕΣ, ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑ.