Γιάννης Βαρούχας: «Το ποδόσφαιρο ως πολιτική πράξη»
Κατά τη διάρκεια και αμέσως μετά το πέρας της διοργάνωσης του παγκοσμίου κυπέλλου που έλαβε χώρα στα (αιματοβαμμένα) γήπεδα της Βραζιλίας, ξέσπασε μία διαδικτυακή διαφωνία σχετικά με το αν το αν έχει ή δεν έχει σχέση το ποδόσφαιρο με την πολιτική. Πως όμως ξεκίνησε το ποδόσφαιρο; Τι ρόλο εξυπηρέτησε η δημιουργία του; Πως το υποδέχθηκε η καθεστηκυία τάξη; Στην ιστορία της Αγγλίας συναντάμε για πρώτη φορά το ποδόσφαιρο τον όγδοο μ.Χ. αιώνα. Δεν πρέπει όμως να ήταν αρκετά διαδεδομένο μέχρι τον 14ο αιώνα, οπότε ο Βασιλιάς Εδουάρδος ο Β' αποφάσισε με βασιλικό διάταγμα την... απαγόρευσή του! Η έκδοση του εν λόγω διατάγματος έγινε στις 13 Απριλίου του 1314, και έλεγε : «Forasmuch as there is great noise in the city caused by hustling over large balls from which many evils may arise which God forbid; we command and forbid, on behalf of the King, on pain of imprisonment, such game to be used in the city in the future.».
Εδώ όμως θα αποκαλύψουμε ένα μυστικό που δε βρίσκεται σε όλα τα βιβλία της ιστορίας και που χρειάζεται να διασταυρωθούν αρκετοί τίτλοι για να αποκαλυφθεί. Ο Εδουάρδος, ο οποίος ειρήσθω εν παρόδω είχε τη συνήθεια να αφήνει την εξουσία και τις αποφάσεις αυτής στους εραστές του, δεν είχε τόσο μεγάλη ανησυχία για το αν θα επικρατούσε θόρυβος ή άλλα «σατανικά» πράγματα εξαιτίας του ποδοσφαίρου στις γειτονιές του Λονδίνου, αλλά η μεγάλη ανησυχία αυτού(ή των εραστών του) ήταν το γεγονός ότι ο κοσμάκης προτιμούσε πλέον να παίζει μπάλα απ' το να πραγματοποιεί στρατιωτικές ασκήσεις! Με λίγα λόγια η πρακτική του ποδοσφαίρου τους στερούσε άνδρες από το στρατό και τις πολεμικές επιχειρήσεις που απεργαζόντουσαν για το λαό τους!
Το βασιλικό διάταγμα του Εδουάρδου ακυρώθηκε στην πράξη, και ασφαλώς ορισμένοι άνθρωποι κακοποιήθηκαν προκειμένου να μην εφαρμοσθεί. Εδώ λοιπόν προκύπτει η πρώτη μας διαπίστωση που λέει ότι η επιλογή των ανθρώπων να παίζουν ποδόσφαιρο αντί να κάνουν γυμνάσια στο στρατό, ήταν το άκρον άωτον της πολιτικής πράξης. Απόδειξη αποτελεί η ενασχόληση της τότε πολιτικής αρχής απέναντι σε αυτήν την επιζήμια για τα σχέδιά τους πρακτική. Όπως όμως ένας επαγγελματίας βελτιώνει τις πρακτικές του επαγγέλματός του με την εμπειρία που αποκτά, έτσι και οι κυβερνώντες συμβιβάστηκαν με την ιδέα του ποδοσφαίρου και το έστρεψαν υπέρ των συμφερόντων τους μετατρέποντάς το σ' ένα άλλο Κολοσσαίο. Μήπως ο Φράνκο δε χρησιμοποίησε τη Ρεάλ Μαδρίτης ως «άρμα» για την προβολή του μορφώματός του στην Ισπανία; Το ίδιο δεν έκαναν οι χουντικοί της 21ης Απριλίου στην Ελλάδα; Ακόμη και σήμερα όμως, στον Πειραιά και στο Βόλο, δεν έχουμε νέες δημοτικές αρχές που εκλέχτηκαν με βάση το ποδόσφαιρο;
Στην αρχαία Ελλάδα δεν υπήρχε το ποδόσφαιρο. Υπήρχαν όμως οι Ολυμπιακοί Αγώνες. Έχουμε σκεφτεί ποτέ ποιοι ήταν οι ολυμπιονίκες στην αρχαία Ελλάδα; Δεν ήταν ο Μεγάλος Αλέξανδρος; Δεν ήταν ο Αλκιβιάδης και οι υπόλοιποι πολιτικοί άρχοντες της εποχής; Διαχρονικά λοιπόν, φαίνεται με ξεκάθαρο τρόπο μέσα στην ιστορία πως οι κυβερνώντες των κρατών ανέκαθεν χρησιμοποιούσαν τον αθλητισμό ως ένα μέσο επηρεασμού και χειραγώγησης. Μπορεί να άλλαξαν τα μέσα, οι τρόποι ή οι ρόλοι, αλλά το αποτέλεσμα μένει πάντοτε το ίδιο.
Ο Αριστοτέλης θα μπορούσε να συνοψίσει τις σκέψεις μας με το απόφθεγμά του που λέει : «Φύσει μέν ἐστιν ἄνθρωπος ζῷον πολιτικόν».
Κλείνοντας δε θα ήθελα να αποκλείσω όλους εκείνους τους άδολους φίλους που ειλικρινά αγαπούν το ποδόσφαιρο σαν άθλημα, και που το παρακολουθούν με γνήσια συναισθήματα θαυμασμού προς την υπεροχή και τη φυσική ομορφιά. Ανάμεσα σε αυτούς άλλωστε, βρίσκομαι και εγώ. Είναι όμως πραγματικά ανάγκη να προσπαθούμε να διαχωρίζουμε το όριο μέχρι το οποίο φτάνει η φυσική ομορφιά του αθλήματος, και αρχίζει η ασχήμια της τεχνητής πραγματικότητας που συντηρείται από την ανάγκη των εξουσιομανών να κατευθύνουν τους πολλούς υπέρ των συμφερόντων τους.
Αργοστόλι, 14/7/2014
Γιάννης Βαρούχας