Χαιρετισμός Α/χη στις εορταστικές εκδηλώσεις σε ανάμνηση του Ολοκαυτώματος στο Σούλι
Ο Αντιπεριφερειάρχης Κεφαλονιάς και Ιθάκης ανταποκρινόμενος στην πρόσκληση του Περιφερειάρχη Ηπείρου κου Καχριμάνη Α. και της Δημάρχου Σουλίου κας Μπραϊμη – Μπότση Σ. για τις εορτές Σουλίου που έγιναν 24-16 Μαΐου στην Περιφερειακή Ενότητα Θεσπρωτίας απέστειλε χαιρετισμό για την επέτειο της εορτής του Ολοκαυτώματος του Σουλίου. Ακολουθεί ο χαιρετισμός:
«Θα θέλαμε καταρχήν να σας ευχαριστήσουμε θερμά για την πρόσκλησή σας, στις τριήμερες εκδηλώσεις μνήμης για το Ολοκαύτωμα στο Ηρωικό Σούλι. Πριν αναφερθούμε στο ολοκαύτωμα του καλόγερου Σαμουήλ στο Κούγκι, επιβάλλεται να επισημάνουμε πως η Ήπειρος ανά τους αιώνες, έχει δώσει δείγματα της δημιουργικότητας, της προκοπής και ποιότητας της Ηπειρώτικης μαστορικής τέχνης σε όλες τις επόμενες γενιές. Υπήρξε γη ηρώων και μαρτύρων, γη της δημιουργίας και της προκοπής, γη των μεγάλων Εθνικών Ευεργετών της πατρίδος μας, των πρωτεργατών του δεσμού της καλλιέργειας της Ιδέας της Παλιγγενεσίας, ιδιαίτερη πατρίδα ιδρυτών της Φιλικής Εταιρείας, ο τόπος των μεγάλων οπλαρχηγών της Ελληνικής Επανάστασης, της προσφοράς και της παροχής υπηρεσιών, όλων των Ηπειρωτών προς την Ελλάδα. Υπήρξε μία από τις πλέον σημαντικές περιοχές, μεταξύ των μαρτυρικών και ιστορικά αιματοβαμμένων χωμάτων της πατρίδας μας.
Η μεγάλη Ελληνική Επανάσταση του 1821, δεν ήταν ένα αιφνίδιο και μοναδικό γεγονός αλλά μια από τις πολλές παράτολμες προσπάθειες των υπόδουλων Ελλήνων να απελευθερωθούν από τον τουρκικό ζυγό. Υπήρξε ένα εγχείρημα ζωής, με όπλο την ψυχή των ελλήνων και το οποίο στέφθηκε με επιτυχία και οφείλει να αποτελέσει παράδειγμα πίστης, δυναμικής, ομοψυχίας και ιδανικών και για όλους εμάς τους έλληνες του σήμερα που ασθμαίνουμε υπό το βάρος ενός ζυγού διαφορετικού αλλά αναλόγως σκληρού και επώδυνου.
Οι Σουλιώτες διαδραμάτισαν από τους πλέον καθοριστικούς ρόλους στον ξεσηκωμό του 1821 και για περισσότερο από 250 χρόνια αντιμάχονταν με όσα μέσα διέθεταν τους Τούρκουςκατακτητές. Από το 1550 μέχρι και το Δεκέμβρη του 1803, οι Σουλιώτες και οι Σουλιώτισσες ζούσαν ελεύθεροι στο δικό τους ανεξάρτητο κράτος, στη Σουλιώτικη Συμπολιτεία, τροφοδοτώντας έτσι το μεγάλο ξεσηκωμό και την Εθνικοαπελευθερωτική Επανάσταση του 1821. Περί το 1550 πολλοί κάτοικοι της περιοχής που ήθελαν να αποφύγουν τις συνέπειες της υποδούλωσης στους Τούρκους, ίδρυσαν το Σούλι, σε μια μικρή πεδιάδα, πάνω από την κοίτη του ποταμού Αχέροντα, ενώ πίσω του υψώνεται μια επιβλητική αλυσίδα βουνών, που ήταν και η φυσική άμυνα των Σουλιωτών. Από τις χαρακτηριστικές τους ιδιαιτερότητες υπήρξε η αρχή του Δημοσίου Δικαίου σύμφωνα με την οποία διέθεταν το δικαίωμα να «ανακτήσουν δια της δυνάμεως» όσους τόπους μπορούσαν. Στα χρόνια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, έγιναν δύο εκστρατείες των τούρκων κατά των ηρωικών Σουλιωτών οι οποίες και απέτυχαν παταγωδώς. Το 1800, ξεκίνησε η τρίτη εκστρατεία κατά του Σουλίου. Στη διάρκεια αυτής της εκστρατείας, που κράτησε 3 χρόνια, ο Αλή Πασάς προσπάθησε να διασπάσει τους Σουλιώτες (προσφέροντάς τους χρήματα) ενώ παράλληλα έχτιζε οχυρά και απέκλεισε όλες τις διαβάσεις απ' όπου ανεφοδιάζονταν οι Σουλιώτες με τρόφιμα και πολεμοφόδια. Οι Σουλιώτες αμύνθηκαν σθεναρά για πολλούς μήνες, για να διατηρήσουν την πολυπόθητη ανεξαρτησία τους. Όμως η έλλειψη τροφίμων τους ανάγκασε να υποχωρήσουν στο πολυθρύλητο Κούγκι και να συνθηκολογήσουν στο τέλος του 1803. Ως μοναδικό όρο έβαλαν την ελεύθερη αποχώρησή τους από το Κούγκι, όπου παρέμεινε ο Καλόγερος Σαμουήλ με λίγους άνδρες. Όταν οι Τούρκοι εισέβαλλαν στο μοναστήρι της Αγίας Παρασκευής, ο Σαμουήλ έβαλε φωτιά στην πυριτιδαποθήκη και τινάχτηκαν στον αέρα.
Οι διασωθέντες διαχωρίστηκαν σε τρεις φάλαγγες και αποχώρησαν. Η πρώτη οδηγήθηκε τελικά στην Κέρκυρα. Η δεύτερη δέχτηκε επίθεση των Τούρκων κοντά στο Ζάλογγο της Πρέβεζας και αποδεκατίστηκε ενώ τραγικές είναι οι αναφορές για πολλές γυναίκες που προκειμένου να αποφύγουν την αιχμαλωσία έπεσαν από τους βράχους κρατώντας τα παιδιά τους στην αγκαλιά. Είναι ο περίφημος «Χορός του Ζαλόγγου» που χιλιοτραγουδήθηκε και με πολλή συγκίνηση τραγουδιέται και σήμερα αφυπνίζοντας το συναίσθημα πατριωτισμού και προκαλώντας δέος και συγκίνηση. Η τρίτη φάλαγγα αποδεκατίστηκε από τον Αλή Πασάς ενώ όσοι γλίτωσαν, διέφυγαν στο Μεσολόγγι, στο Αγρίνιο και στα Εφτάνησα. Όπως προκύπτει από τις καταγραφές, τα νησιά μας αποτελούν κομμάτι της ιστορίας του Σουλίου ως τελικό προορισμό και καταφύγιο για πολλούς από τους ένδοξους αγωνιστές κατοίκους του.
Οι Σουλιώτες και Σουλιώτισσες, λειτουργούσαν συλλογικά. Στην καθημερινή τους δράση, ήξεραν να προτάσσουν το σύνολο ως όπλο αλλά και από συνείδηση. Με τη στάση τους, καταχωρήθηκαν στην ιστορία ως υπόδειγμα ηρώων αγωνιστών για την υπεράσπιση των ιδανικών της ελευθερίας και της εθνικής ανεξαρτησίας.
Διακρίθηκαν για την τόλμη και αποφασιστικότητα, με την οποία αγωνίστηκαν, για το δικαίωμα που προασπίστηκαν , να ζουν ελεύθερα, με αξιοπρέπεια ορίζοντας οι ίδιοι την τύχη και το μέλλον τους. Ο καλόγερος Σαμουήλ που τινάχτηκε στο Κούγκι, οι Σουλιώτισσες που πολεμούσαν σαν άντρες και προτίμησαν το χορό του Ζαλόγγου από την αιχμαλωσία των Τούρκων, είναι μερικά μόνο από τα φωτεινά παραδείγματα της ιστορίας της πατρίδας μας.
Σήμερα, η στάση των Σουλιωτών είναι περισσότερο επίκαιρη από ποτέ. Τον τελευταίο καιρό, ο ελληνικός λαός, καλείται να υποταχθεί σε ζυγούς και λογικές που του αποστερούν, την
ελευθερία, του ακυρώνουν την προσωπικότητα του αλλοιώνουν την ανθρωπιά του στα πλαίσια μίας οικονομικής κρίσης που τείνει να θεωρηθεί κρίση ηθικής και αξιών. Στα πλαίσια αυτά, οφείλουμε να πολεμήσουμε ενωμένοι και από κοινού να διατηρήσουμε τα κεκτημένα μας, τα δικαιώματα μας, το ανθρώπινο της υπόστασής μας.
Οι θρυλικοί Σουλιώτες διακρίθηκαν και στην οργάνωση της άμυνας του Μεσολογγίου κατά τη δεύτερη πολιορκία του μέχρι την ηρωική Έξοδο (1826). Ας δανεισθούμε τους στοίχους από το μεγαλόπνοο ποίημα «Τους Ελεύθερους Πολιορκημένους» προκειμένου να διατηρήσουμε άσβεστη και ισχυρή τη θέλησή μας, για αντίσταση, αγώνα, θυσία για να μείνουμε ελεύθεροι:
«Άκρα του τάφου σιωπή στο κάμπο βασιλεύει•
λαλεί πουλί, παίρνει σπυρί κι η μάνα το ζηλεύει.
Τα μάτια η πείνα εμαύρισε, στα μάτια η μάνα μνέει•
στέκει ο Σουλιώτης ο καλός παράμερα και κλαίει.
Έρμο τουφέκι σκοτεινό, τι σ' έχω 'γω στο χέρι;
οπού συ μού'γινες βαρύ κι ο Αγαρηνός το ξέρει».
Ο ΑΝΤΙΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΡΧΗΣ
ΣΩΤΗΡΗΣ ΚΟΥΡΗΣ