Διονυσία Μενεγάτου: ''Λαζαράκια ή Λαζαρούδια!''
Γράφει η Διονυσία Μενεγάτου
Λαζαράκια για τον Λάζαρο αν δεν πλάσεις, ψωμί δεν θα χορτάσεις,
έλεγαν παλιά και λένε ακόμα στα χωριά που κρατούν τη δάδα αναμμένη.
Σύμφωνα με την παράδοση ο αναστημένος φίλος του Χριστού,
ο Λάζαρος, είχε πει:
Όποιος ζυμώσει και δε με πλάσει, το φαρμάκι μου να πάρει.
Πλάθουν συνήθως ένα για κάθε μέλος της οικογένειας.
Έφτιαχναν ένα ξύλινο σταυρό στολισμένο με πλουμιστά μαντίλια και γύριζαν στι γειτονιές να πουν το Λάζαρο.
Τα κάλαντα :
Την ημέρα την τετάρτη,
κίνησε ο Χριστός για να ’ρθη.
Και εβγήκεν κι η Μαρία
έξω από τη Βηθανία.
Και εμπρός του γόνυ κλει,
και τους πόδες του φιλεί.
-Αν εδώ Ιησού Χριστέ μου,
δεν θ’ απέθνησκε ο αδερφός μου.
Μα κι εγώ τώρα πιστεύω,
και καλότατα εξεύρω,
ότι δύνασ’ αν θελήσεις
και νεκρούς να αναστήσεις.
-Λέγε, πίστευε, Μαρία
άγωμεν εις τα μνημεία.
’Κείνοι παρευθύς επήγαν
και τον τάφο του εδείξαν.
Τότε ο Χριστός δακρύζει
και τον Άδη φοβερίζει:
-Άδη, Τάρταρε και Χάρο.
Λάζαρον θα σου τον πάρω.
Δεύρο έξω Λάζαρέ μου,
φίλε και αγαπητέ μου.
Παρευθύς από τον Άδη,
ως εξαίσιο σημάδι,
Λάζαρος απενεκρώθη,
ανεστήθη και σηκώθη.
Λάζαρος σαβανωμένος
και με το κηρί ζωσμένος.
Εκεί Μάρθα και Μαρία,
εκεί κι όλη η Βηθανία.
Μαθητές και Αποστόλοι
τότε ευρεθήκαν όλοι,
δόξα τω Θεώ φωνάζουν,
και το Λάζαρο εξετάζουν.
Λάζαρε πες μας τι είδες
εις τον Άδη που επήγες.
Είδα πόνους είδα φόβους
είδα βάσανα και τρόμους.
Της καρδίας των χειλέων
Και μη με ρωτάτε πλέον
Δώστε μου λίγο νεράκι
να ξεπλύνω το φαρμάκι.
Έτσι τα θυμάμαι μαθητούδια γυρίζαμε με τη φίλη μου τη Στάμω να μαζέψουμε λουλούδια στην κανίστρα μας για τα βάγια στη Σκάλα λέγαμε
και το Λάζαρο, Πυργισιάνικος από τη γιαγιά μου την Σαπφώ.
Οι αυλές ολάνθιστες σαν τις καρδιές των συγχωριανών μας.
Άνοιξη παντού....στη φύση , στη διάθεση μας, στις ζωές μας ....παιδάκια!
Πέρασε η κουφή ή βουβή βδομάδα,σήμερα θα γιορτάσουμε το Λάζαρο και τη Λαζαρία.
Βάγια, Βάγια των βαγιών, τρώνε ψάρι και κολιό, κι ως την άλλη Κυριακή με το κόκκινο αυγό!