Συνέντευξη του συντοπίτη μας καθηγητή Παιδοψυχιατρικής Κλινικής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Γεράσιμου Κολαϊτη στο protothema.gr
Ένα στα έξι παιδιά οικογενειών χαμηλού εισοδήματος παρουσιάζει προβλήματα ψυχικής υγείας, ποσοστό ιδιαίτερα αυξημένο έναντι των παιδιών των πιο εύρωστων οικονομικά οικογενειών, όπου το ποσοστό είναι ένα στα είκοσι. Παράλληλα, παιδιά με σοβαρά προβλήματα αναγκάζονται να διακόψουν τις θεραπείες τους, λόγω ...οικονομικών προβλημάτων της οικογένειάς τους. Τα παραπάνω μας επισημαίνει ο Γεράσιμος Κολαΐτης, αναπλ. Καθηγητής Παιδοψυχιατρικής διευθυντής της Παιδοψυχιατρικής Κλινικής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Νοσοκομείο Παίδων «Αγία Σοφία», με αφορμή τα στοιχεία που είδαν πρόσφατα το φως της δημοσιότητας για τα παιδοψυχιατρικά προβλήματα που παρουσιάζονται λόγω οικονομικής κρίσης.
Ειδικότερα, ο Πρόεδρος της Ελληνικής Παιδιατρικής Εταιρείας, καθηγητής Ανδρέας Κωνσταντόπουλος με αφορμή τη διοργάνωση του 51ου Πανελλήνιου Παιδιατρικού Συνεδρίου, παρουσίασε στοιχεία για αύξηση των παιδοψυχιατρικών περιστατικών στη Δυτική Ελλάδα τα τελευταία χρόνια λόγω της οικονομικής κρίσης, στοιχεία που δημιούργησαν ιδιαίτερη αίσθηση καθώς αφορούν μία από τις πιο ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού.
«Το πώς επηρεάζει η οικονομική κατάσταση της οικογένειας τα παιδιά είναι γνωστό εδώ και δεκαετίες, ενώ στην συγκεκριμένη περίπτωση το θέμα δεν είναι τόσο απλό καθώς δεν υπάρχουν ολοκληρωμένες μελέτες στη χώρα μας. Ότι συμβαίνει με την υγεία συμβαίνει και με την ψυχική υγεία» τονίζει ο κ. Κολαϊτης απαντώντας σε ερωτήματα που προέκυψαν μετά τη δημοσιοποίηση των στοιχείων, επισημαίνοντας πως «φυσικά δεν είναι κανόνας ότι η κακή οικονομική κατάσταση επηρεάζει πάντα αρνητικά την ψυχική υγεία. Αυτό που βλάπτει περισσότερο είναι οι κοινωνικές ανισότητες που δημιουργεί η οικονομική ύφεση και όχι αυτή καθεαυτή η φτώχεια».
-Πως έχει επιδράσει στον ψυχισμό των παιδιών η κατάσταση της χώρας μας
Δεν μπορούμε να απαντήσουμε χωρίς να διαθέτουμε τεκμηριωμένα στοιχεία όπως πχ μια επιδημιολογική μελέτη του παιδικού πληθυσμού όλης της χώρας. Προβλήματα ψυχικής υγείας όπως άγχος, θλίψη, φόβος, ανασφάλεια, και προβλήματα συμπεριφοράς φαίνεται να εμφανίζει, και λόγω της οικονομικής κρίσης, μεγάλο μέρος του μαθητικού πληθυσμού της χώρας μας. Είναι γνωστό πως παιδιά που ζουν σε μακροχρόνια φτώχεια παρουσιάζουν συναισθηματικού τύπου προβλήματα (π.χ. άγχος, δυστυχία) ενώ εκείνα που ζουν τώρα, αλλά όχι για μεγάλο χρονικό διάστημα, σε συνθήκες φτώχειας παρουσιάζουν προβλήματα "εξωτερικευόμενου τύπου" (π.χ. υπερκινητικότητα, συγκρούσεις με συνομηλίκους).
Τα παραπάνω προβλήματα συχνά οδηγούν σε δυσκολίες στις σχέσεις με συνομηλίκους, στις σχολικές επιδόσεις, καθώς και στην ενήλικη ζωή σε δυσκολίες στις διαπροσωπικές σχέσεις και αυξημένα ποσοστά εμπλοκής με το νόμο και τις υπηρεσίες ψυχικής υγείας και πρόνοιας. Το κόστος τους, μάλιστα, δεν αφορά μόνο το σύστημα υγείας (περίπου 5%), αλλά κυρίως διάφορους άλλους τομείς. Μια πρόσφατη μελέτη (2012) δείχνει ότι το συνολικό ετήσιο κόστος των παιδοψυχιατρικών διαταραχών στην Ευρώπη ανέρχεται στα 21 δισ. ευρώ.
Εκείνο που είναι επίσης σοβαρό, και λυπηρό, είναι ότι πολλοί γονείς έχουν μειώσει (ή ακόμα και διακόψει) τις θεραπείες των παιδιών τους ακόμα και για σοβαρά προβλήματα όπως πχ ο αυτισμός ενώ ταυτόχρονα έχουν μειωθεί τα χρήματα που λαμβάνουν για θεραπείες καθώς και τα επιδόματα (μελέτη της Κλινικής σε εξέλιξη).
-Υπάρχει αύξηση των παιδοψυχιατρικών περιστατικών;
Δεν μπορούμε να απαντήσουμε με σιγουριά ούτε, πολύ περισσότερο, να κάνουμε αιτιολογικές συσχετίσεις με την οικονομική κρίση.
Είναι πάντως γνωστό πως τα προβλήματα ψυχικής υγείας στα παιδιά και τους εφήβους (ΨΥΠΕ) σχετίζονται και με τη φτώχεια, την ανεργία και, κυρίως, τις ανισότητες. Επομένως περίοδοι οικονομικής ύφεσης θέτουν σε κίνδυνο την ψυχική υγεία και ευεξία των νέων και των οικογενειών τους. Οι περισσότερες μελέτες δείχνουν αυξημένα ποσοστά προβλημάτων ψυχικής υγείας σε παιδιά οικογενειών χαμηλού εισοδήματος συγκριτικά με παιδιά από πιο εύρωστες οικονομικά οικογένειες (1 στα 6 έναντι 1 στα 20 παιδιά).
Παρ' όλα αυτά χρειάζεται να τονιστεί πως η πλειονότητα των φτωχών οικογενειών δεν κακοποιούν ή παραμελούν τα παιδιά τους, αν και ο ρόλος τους ως γονιών γίνεται πιο στρεσογόνος και δύσκολος σε συνθήκες στέρησης και ανέχειας, όπως φαίνεται να έχει αρχίσει να γίνεται στις μέρες μας. Διάφορες μελέτες δείχνουν τη συσχέτιση φτώχειας με προβλήματα ψυχικής υγείας στα παιδιά μέσω διαφόρων μηχανισμών. Η φτώχεια π.χ. μπορεί να οδηγήσει σε σκληρή ή/και τιμωρητική στάση των γονέων και τελικά σε αντικοινωνική συμπεριφορά.
-Καταθέστε μας την εμπειρία σας από το νοσοκομείο
Φαίνεται να έχει αυξηθεί η προσέλευση ψυχοκοινωνικών και πιο σοβαρών περιστατικών τόσο στα τακτικά εξωτερικά ιατρεία της Κλινικής όσο και στα επείγοντα.
Επιπλέον, την τελευταία πενταετία παρατηρείται ένας διαρκώς αυξανόμενος αριθμός εισαγγελικών παραγγελιών που συχνά αφορούν πολύτεκνες οικογένειες. Ο ολοένα αυξανόμενος αριθμός παιδιών μεταναστών και προσφύγων στη χώρα μας, ο ανοδικός αριθμός καταγεγραμμένων νοικοκυριών κάτω από το όριο φτώχειας, η παράλληλη αυξανόμενη ζήτηση εύρεσης θέσεων σε κάποιο ίδρυμα παιδικής προστασίας, συντελούν στο να παραμένουν τα παιδιά και οι έφηβοι στο νοσοκομείο, κατά μέσο όρο από δύο έως τέσσερις μήνες, αναμένοντας μια λύση.
Οι πιο συχνοί λόγοι απομάκρυνσης από το οικογενειακό περιβάλλον ήταν αυτές α) των άθλιων συνθηκών διαβίωσης (21%), β) της χρήσης ουσιών από τους γονείς (20%), γ) της σωματικής κακοποίησης του/των παιδιού/ών (16%) και η εγκατάλειψη παιδιών (12%). Ο μέσος χρόνος παραμονής των φιλοξενούμενων παιδιών στο νοσοκομείο κυμαινόταν από 2-4 μήνες, αλλά καταγράφηκαν και κάποιες περιπτώσεις παιδιών που παρέμειναν για μεγαλύτερα διαστήματα. Το μεγαλύτερο ποσοστό των φιλοξενούμενων παιδιών κατόπιν εισαγγελικής παραγγελίας μεταφέρθηκαν σε κάποιο Ιδρυμα Παιδικής Προστασίας (52%), ενώ μόλις το 30% αυτών επέστρεψαν στις οικογένειές τους έπειτα από διασύνδεσή τους με κοινοτικές υπηρεσίες ψυχικής υγείας.
Η τοποθέτηση πάντως παιδιών σε ίδρυμα πρέπει να αποτελεί την ύστατη λύση στις περιπτώσεις παιδιών των οποίων οι οικογένειες αδυνατούν να παράσχουν επαρκή φροντίδα και προστασία, ενώ αντίθετα είναι ανάγκη να ενισχυθεί ο θεσμός της αναδοχής ανηλίκων και η δημιουργία μικρών ξενώνων προκειμένου να φιλοξενούνται τα παιδιά-θύματα που απομακρύνονται προσωρινά από το σπίτι τους.
-Υπάρχουν ανάλογα στοιχεία από το εξωτερικό;
Ναι, για παράδειγμα από την οικονομική κρίση στη Φινλανδία τη δεκαετία του ΄90, και η οποία μελετήθηκε εκτενώς και για πολλά χρόνια μετά, γνωρίζουμε πως οι επιπτώσεις της στην ΨΥΠΕ ήταν μακροχρόνιες και όχι μόνο εξαιτίας των περικοπών στην υγεία και ψυχική υγεία. Είχαν να κάνουν και με τις περικοπές σε άλλους τομείς πχ την εκπαίδευση, την πρόνοια κλπ. Η κρίση εκεί ανέδειξε νέες ομάδες κινδύνου πχ οικογένειες με υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης γονέων, ενώ ο φόβος των γονέων για πιθανή ανεργία (και μάλιστα περισσότερο από την ίδια την ανεργία!)επίσης δρούσε απειλητικά για την ψυχική ισορροπία των παιδιών. Αντίθετα, το στοιχείο που προστάτευε τα παιδιά ήταν η ενεργός συμμετοχή τους στις δραστηριότητες της οικογένειας.
-Τι πρέπει να προσέξουν οι γονείς
Οι γονείς καλό θα είναι να βρίσκονται όσο πιο κοντά στα παιδιά τους και να συζητούν μαζί τους χωρίς να τα αγχώνουν, να τους εξηγούν σε κατανοητή γλώσσα, , γιατί οι ίδιοι ανησυχούν ή είναι αναστατωμένοι ή μαλώνουν κλπ καθώς επίσης και να βρίσκουν πάντα κάτι θετικό να αναφέρουν πχ «θα κόψουμε αυτό αλλά θα συνεχίσουμε να έχουμε εκείνο» ή «δεν είμαστε μόνοι μας, και άλλοι άνθρωποι βρίσκονται στη δική μας θέση» κοκ. Ταυτόχρονα δε να επιδιώκουν τη συμμετοχή των παιδιών στις λύσεις κλπ και πάντα ανάλογα με την αναπτυξιακή/ηλικιακή τους φάση.
-Πότε ένα παιδί χρειάζεται επαγγελματική βοήθεια;
Όταν παρουσιάσει συμπτώματα όπως πχ άγχους, με ή χωρίς σωματικά παράπονα, άσχημης διάθεσης, πτώση σχολικών επιδόσεων, κακές σχέσεις με συνομηλίκους ή/και ενήλικες κλπ. Αρκετές επιστημονικές μελέτες έχουν αποδείξει ότι οι στοχευμένες παρεμβάσεις πρόληψης και προαγωγής της ψυχικής υγείας, όπως για παράδειγμα αυτές που αποσκοπούν στην ενίσχυση του ρόλου των γονέων, μπορούν να είναι αποτελεσματικές στη μείωση των προβλημάτων ψυχικής υγείας, της επιθετικότητας, της αντικοινωνικής συμπεριφοράς και της χρήσης ουσιών, καθώς και στην αύξηση των δεξιοτήτων των νέων να αντεπεξέρχονται τις δυσκολίες. Τέλος, γενικότερα, η κοινωνική αλληλεγγύη και η εθελοντική βοήθεια αποτελούν σημαντικές πηγές βοήθειας σε περιόδους κρίσης.
Πηγή : protothema.gr