Πώς η υγιεινή ζωή και διατροφή βοηθάει στη μνήμη
Ένας γενικότερα υγιεινός τρόπος ζωής και ιδιαίτερα η υγιεινή διατροφή σχετίζεται με πιο αργή απώλεια της μνήμης στους ηλικιωμένους, δείχνει μια νέα μεγάλη κινεζική επιστημονική έρευνα.
Τα οφέλη αφορούν ακόμη και όσους έχουν το κατ' εξοχήν γονίδιο (ΑΡΟΕ), που αυξάνει τον κίνδυνο για νόσο Αλτσχάιμερ και άνοια.
Η μνήμη μειώνεται συνεχώς μετά από μια ηλικία, αλλά οι άνθρωποι, όπως δείχνει και η νέα μελέτη, μπορούν να επιβραδύνουν αυτή την εξέλιξη.
Όσες περισσότερες υγιεινές συμπεριφορές συνδυάζονται (διατροφή, σωματική άσκηση, κοινωνικές επαφές, γνωστικά ερεθίσματα όπως διάβασμα και γράψιμο, μη κάπνισμα, μη κατανάλωση ακλοόλ κ.α.) -με κυριότερη σε ειδικό βάρος τη διατροφή- τόσο μεγαλύτερο θα είναι το όφελος.
Οι ερευνητές του Ιατρικού Πανεπιστημίου της Πρωτεύουσας, του Νοσοκομείου Σουανγού και του Εθνικού Κέντρου Νευρολογικών Διαταραχών του Πεκίνου, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο βρετανικό ιατρικό περιοδικό «British Medical Journal» (BMJ), ανέλυσαν στοιχεία για περίπου 29.000 ανθρώπους άνω των 60 ετών (μέση ηλικία τα 72 έτη), οι οποίοι είχαν φυσιολογική γνωστική λειτουργία στην αρχή της έρευνας που διήρκεσε δέκα χρόνια.
Το 20% των συμμετεχόντων ήταν φορείς του γονιδίου κινδύνου ΑΡΟΕ.
Η μελέτη έκανε εκτίμηση πόσο ωφελεί τη μνήμη κάθε μία ξεχωριστά συμπεριφορά και κατέληξε ότι πιο ωφέλιμη είναι η διατροφή, ενώ ακολουθούν κατά σειρά τα γνωστικά ερεθίσματα και η σωματική άσκηση. Ακόμη και οι φορείς του γονιδίου ΑΡΟΕ, αν τηρούν μια σειρά από υγιεινές συνήθειες, εμφανίζουν πιο αργή έκπτωση της μνήμης τους.
Όσοι ζούσαν πιο υγιεινά, είχαν σχεδόν 30% μικρότερη πιθανότητα για ήπια γνωστική εξασθένηση και 90% για άνοια, σε σύγκριση με όσους έκαναν την πιο ανθυγιεινή διατροφή και γενικότερα την πιο ανθυγιεινή ζωή (σωματικά αδρανείς, χωρίς γνωστικά ερεθίσματα, κοινωνικά απομονωμένοι, καπνιστές, χρήστες αλκοόλ).
«Η πρόληψη είναι σημαντική δεδομένης της απουσίας αποτελεσματικών θεραπειών για τη νόσο Αλτσχάιμερ και τις σχετικές άνοιες», επεσήμαναν οι ερευνητές.
Σύνδεσμος για την επιστημονική δημοσίευση: https://www.bmj.com/content/380/bmj-2022-072691