Ναπολέων Μαραβέγιας ''Η άλλη όψη του τουρισμού''
γράφει ο Ναπολέων Μαραβέγιας*
*Καθηγητής Ευρωπαϊκής Πολιτικής Οικονομίας (ΕΚΠΑ), Ευρωπαϊκή έδρα Jean Monnet, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, πρόεδρος του Ε.Σ. του Ιδρύματος Μεσογειακών Μελετών, π. υπουργός, π. αντιπρύτανης ΕΚΠΑ
Η μαζική μετακίνηση των ανθρώπων για ψυχαγωγικούς και μορφωτικούς λόγους από χώρα σε χώρα αλλά και στο εσωτερικό των χωρών τους, ο τουρισμός δηλαδή, διαδέχθηκε τους μεμονωμένους περιηγητές των περασμένων εποχών και πήρε μεγάλες διαστάσεις στη μεταπολεμική περίοδο και ιδιαίτερα τις τελευταίες δεκαετίες. Η παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008 ανέκοψε την αύξηση αυτής της μετακίνησης, ενώ η πανδημία τη μηδένισε σχεδόν ολοκληρωτικά.
Αμέσως μετά την πανδημία, το τουριστικό ρεύμα διογκώθηκε κυρίως από τις πλουσιότερες και βορειότερες χώρες της Ευρώπης και της Αμερικής προς τις λιγότερο πλούσιες νοτιότερες χώρες με καταιγιστικούς ρυθμούς. Οι χώρες της νότιας Ευρώπης επωφελήθηκαν οικονομικά σε μεγάλο βαθμό και βεβαίως η χώρα μας. Καθώς, μάλιστα, οι άλλοι τομείς της οικονομίας αυτών των χωρών υποδοχής δεν είναι ιδιαίτερα αναπτυγμένοι (βιομηχανία, μοντέρνες υπηρεσίες κ.λπ.) οι εισπράξεις από τον τουρισμό, ειδικότερα στη χώρα μας, απέκτησαν μεγάλη σημασία φθάνοντας να αντιπροσωπεύουν 20% του ΑΕΠ , ενώ μαζί με τις συνδεδεμένες με τον τουρισμό οικονομικές δραστηριότητες μπορεί να αγγίζουν το 30% του συνολικού εγχώριου προϊόντος.
Σε ορισμένους προορισμούς, κυρίως στα νησιά του Αιγαίου και του Ιονίου, ο τουρισμός μπορεί να αντιπροσωπεύει μέχρι και το 80% του παραγόμενου προϊόντος-εισοδήματος και αντιστοίχως της απασχόλησης. Αν παραβλέψει κανείς τη μεγάλη αστάθεια που παρουσιάζει το τουριστικό ρεύμα, λόγω απρόβλεπτων γεωπολιτικών και υγειονομικών γεγονότων, θα μπορούσε να υποστηρίξει ότι η συνολική τουριστική δραστηριότητα (εστίαση, ξενοδοχεία, καταλύματα, κατασκευές νέων κατοικιών και ξενοδοχείων, νομικές, κτηματομεσιτικές και συμβολαιογραφικές υπηρεσίες κ.λπ.) αποτελεί μια πολύ μεγάλη συμβολή στην οικονομική ανάπτυξη μιας χώρας και ειδικότερα ορισμένων περιοχών προικισμένων με ιδιαίτερο φυσικό κάλλος ή/και με σημαντικές αρχαιότητες (π.χ. Κρήτη).
Προφανώς, ο τουρισμός έχει εποχιακό και εντοπισμένο χαρακτήρα και συνεπώς χρειάζονται επιμήκυνση στη διάρκεια ολόκληρου του χρόνου και διεύρυνση σε περισσότερες περιοχές, πράγμα που μπορεί να επιτευχθεί με διεύρυνση του προϊόντος και σε άλλες μορφές τουρισμού πέραν της καθιερωμένης (ήλιος - θάλασσα - αρχαιότητες), όπως ο ορειβατικός, ο θρησκευτικός, ο συνεδριακός, ο ιατρικός τουρισμός κ.λπ. Παράλληλα χρειάζεται στόχευση σε ποιοτικό τουρισμό, ώστε να μεγιστοποιηθεί το ανά τουρίστα οικονομικό όφελος και όχι το αντίθετο, όπως φαίνεται να συμβαίνει τον τελευταίο χρόνο.
Ωστόσο, όπως όλες οι ανθρώπινες δραστηριότητες, ο τουρισμός έχει τουλάχιστον δύο όψεις. Η προαναφερθείσα όψη είναι πολύ σημαντική, καθώς συμβάλλει στην οικονομική ανάπτυξη ολόκληρων χωρών (π.χ. οι νότιες ευρωπαϊκές χώρες έχουν ρυθμούς ανάπτυξης, κυρίως λόγω του τουρισμού, σημαντικά μεγαλύτερους από τις βόρειες τα τελευταία χρόνια μετά την πανδημία). Υπάρχει, όμως, και η άλλη όψη τόσο σε εθνικό όσο και σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο.
Προφανώς, η αύξηση της καταναλωτικής ζήτησης από τη μία πλευρά συμβάλλει στην αύξηση του ΑΕΠ, από την άλλη όμως, η κατανάλωση των εκατομμυρίων τουριστών στη χώρα μας χρειάζεται αντίστοιχη αύξηση της εγχώριας παραγωγής. Οταν αυτή η εγχώρια παραγωγή, ακόμη και τροφίμων, δε είναι αρκετή, οι εισαγωγές αυξάνονται αναλόγως και επιδεινώνουν το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Μια ειδική μελέτη θα μπορούσε να δείξει τι ποσοστό των εισπράξεων από τον ξένο τουρισμό δαπανάται για πρόσθετες εισαγωγές, λόγω της πρόσθετης καταναλωτικής ζήτησης των ξένων τουριστών.
Επιπλέον, η αυξημένη καταναλωτική ζήτηση συμβάλλει στη διατήρηση των τιμών των ειδών πρώτης ανάγκης σε υψηλά επίπεδα (τρόφιμα, ποτά και άλλα είδη προσωπικής φροντίδας) ιδίως σε συγκεκριμένους τουριστικούς προορισμούς. Ταυτόχρονα, η ζήτηση τουριστών για εστίαση και ενοικίαση διάρκειας αυξάνει βεβαίως τις εισπράξεις των αντίστοιχων επιχειρήσεων, αυξάνει όμως και τις τιμές για τους μόνιμους κατοίκους και κυρίως για τους φοιτητές και τους παρεπιδημούντες δημοσίους υπαλλήλους.
Τέλος και ίσως το πιο σημαντικό, η συνεχής αύξηση του τουριστικού ρεύματος δημιουργεί ή/και εντείνει το πρόβλημα της επάρκειας νερού, των τηλεπικοινωνιακών συνδέσεων, της αποχέτευσης, της αποκομιδής των σκουπιδιών, ιδίως σε ορισμένες περιοχές της χώρας μας που δεν έχουν προβλέψει την απότομη αύξηση του πληθωρισμού τους σε μερικούς μήνες του καλοκαιριού. Το πρόβλημα αυτό προφανώς δεν είναι εύκολο να αντιμετωπιστεί. Δημιουργείται έτσι στους μόνιμους κατοίκους μια εχθρική στάση απέναντι τους τουρίστες, όπως είδαμε σε περιοχές της Ιταλίας και της Ισπανίας και ίσως σύντομα και της Ελλάδας.
Χρειάζεται συνεπώς σχεδιασμός, όσο είναι δυνατόν, της κατανομής των τουριστών τόσο στο χρόνο όσο και στον τόπο, ώστε να μεγιστοποιηθεί η ωφέλεια από το τουριστικό ρεύμα και να ελαχιστοποιηθούν τα αρνητικά αποτελέσματα. Ταυτόχρονα, δεν πρέπει λόγω του τουρισμού στα νησιά να εγκαταλειφθούν οι άλλοι τομείς της οικονομίας και ειδικότερα ο αγροτικός τομέας, καθώς αυξημένη τουριστική καταναλωτική ζήτηση θα μπορούσε να ικανοποιείται από τα τοπικά αγροτικά προϊόντα. Μια τέτοια σύνδεση τουρισμού και αγροτικού τομέα θα ήταν επωφελής και για τους δύο.
Πηγή: real.gr