Με την “Μαντάμ Μπάτερφλάϋ”, άρχισε η Ιταλική επίθεση το 1940
Γράφει ο Γεώργιος Κακής Κωνσταντινάτος
Η τέχνη στην υπηρεσία μιάς ανομίας βλέψεων, που ενδύονται “φιλία”·
ενώ οι προθέσεις είναι απατηλές και ο πολιτισμός χρησιμοποιείται
ως στάχτη στα μάτια, για άλλες καταχθόνιες επιδιώξεις…
Και πράγματι, η Ιταλική επίθεση στο Ηπειρωτικό μέτωπο το 1940,
άρχισε με την “Μαντάμ Μπάτερφλάϋ”, την διάσημη Όπερα του Πουτσίνι,
στα μετόπισθεν των Ελληνικών γραμμών, στο κέντρο των Αθηνών!
Επρόκειτο να παρασταθεί στο νεοσύστατο τότε τμήμα του Εθνικού Θεάτρου, την Λυρική Σκηνή. Δεν γνωρίζουμε αν με κάποιο τρόπο, έμμεσο ή άμεσο, είχε έντεχνα –μέσα από διαδικασίες επιχειρήσεων Ιταλικής επιρροής και κατασκοπείας- επιτευχθεί αυτή η επιλογή δραματολογίου.
Το γεγονός όμως είναι πως η Ιταλική ηγεσία, εντόπισε το μεγάλο γεγονός, που επρόκειτο να λάβει χώρα στην καλλιτεχνική ζωή της Ελληνικής πρωτεύουσας
-επρόκειτο γιά το ανέβασμα της πρώτης Όπερας στην Λυρική Σκηνή-
και αποφάσισε να το αξιοποιήσει προς όφελός της, ξεκινώντας την επίθεσή της, στην σκακιέρα του πολέμου με μιά κίνηση πολιτισμού.
Το υλικό της προκείμενης όπερας προσφερόταν απόλυτα για κάτι τέτοιο.
Η δύναμη της μουσικής της μαζί με την υπόθεση του έργου· ακόμα και το ξεχωριστό πάντρεμα σ’αυτήν, του Δυτικού κόσμου με τον μακρυνό εξωτισμό
της Άπω Ανατολής, μέσω του Αμερικανού Πλοιάρχου Πίνκερτον
και της Ιαπωνίδας «Πεταλούδας» Τσο Τσο Σαν, της έφηβης γκέϊσσας «Μπαττερφλάϋ».
Η Ιταλική ηγεσία, επένδυσε σ’αυτό το ποιητικό, συναισθηματικό, υλικό.
Επιπλέον είχε στην φαρέτρα της το βαρυσήμαντο όνομα του δημιουργού της· την ιδιοφυία ενός παγκόσμια σημαντικού μουσικού της, του Τζάκομο Πουτσίνι· που συνέλαβε την ιδέα δημιουργίας της όπερας «Μπαττερφλάϋ» , παρακολουθώντας στα 1900 την ιστορία της, σε μιά θεατρική παράσταση
με τον ομώνυμο τίτλο, σ’ένα Αγγλικό θέατρο –και μισοκαταλαβαίνοντας Αγγλικά!- στο θεατρικό μονόπρακτο του Αμερικανού Ντέϊβιντ Μπελάσκο.
Η παράσταση της Λυρικής Σκηνής με την πρεμιέρα της «Μπάττερφλάϋ»
στο Εθνικό Θέατρο, είχε ορισθεί για τις 25 Οκτωβρίου του 1940. Αυτό βόλευε αφάνταστα την παραπλανητική επιχείρηση ψυχολογικού πολέμου, κι ένα «θέατρο» εκδηλώσεων φιλίας της Ιταλικής πλευράς προς εμάς τους Έλληνες,
ως απατηλού επηρρεασμού της δικής μας κοινής γνώμης, μέσω των τότε μ.μ.ε. που θα κάλυπταν το γεγονός, και 3 μέρες μόνον πριν επιτεθούν.
Ή μήπως, η απόφαση για την επιθεσή τους στις 28 Οκτωβρίου... πάρθηκε
με βάση την πρεμιέρα της «Μπάττερφλάϋ» στις 25;
Οι Ιταλοί λοιπόν, επεξέτειναν το καλλιτεχνικό αυτό γεγονός.
Ούτε λίγο ούτε πολύ λειτούργησαν σαν ένα πολύ δυνατό γραφείο τύπου ιμπρεσσάριων της παράστασης. Κατέβασαν στην Αθήνα, τον γιό του Πουτσίνι, τον Αντόνιο, να παρακολουθήσει την πρεμιέρα και να πάρει μέρος στις παράπλευρες εκδηλώσεις. Η Ιταλική Πρεσβεία, ανέλαβε να στείλλει προσκλήσεις. Κλήθηκε ο πνευματικός κόσμος, οι οικονομικοί παράγοντες, η πολιτικοστρατιωτική εξουσία, σύσσωμη η κοσμική Αθήνα. Ιδιαιτέρως κλήθηκε
η Ελληνική ηγεσία, με πρόσκληση στον επικεφαλής Ιωάννη Μεταξά· δεν παρέστη· έδωσε εντολή να παραστούν δύο υπουργοί.
Η παράσταση δόθηκε με μεγάλη επισημότητα και επιτυχία, όπως μας παραδίδεται.
Aιώνιοι όρκοι αγάπης και ερωτικά “vieni… vieni…”/ “έλα… έλα…”, υψώθηκαν στο ντουέττο «Voggliatemi bene» / “Αγάπα με”.
Η ελπίδα, με τα λόγια «la nave bianca entra nel porto…» / “το λευκό πλοίο θα μπει στο λιμάνι...” απλώθηκε στην άρια «Un bel di vedremo…» / “Μιά ωραία μέρα θα δούμε...”.
Το ρίγος της χαρούμενης προσμονής, στο ουράνιο χορωδιακό με “Coro a boca cerrada” / “Χορωδία με στόμα κλειστό”.
Ακόμα, η βαθειά Μητρική στοργή της «Μπάτερφλάϋ» γιά το Παιδί της από τον Πίνκερτον, στο νανούρισμα «Dormi, amor mio, dormi sul mio cor…» / “Κοιμήσου, αγαπημένο μου, κοιμήσου πάνω στην καρδιά μου...”
Όλα έμελπαν την ψυχή και την προδιέθεταν γιά το καλύτερο· ένα ωστόσο, προφήτευε την αλήθεια των Ιταλικών προθέσων :
το ό,τι η «Μπάττερφλάϋ» στο έργο, στο τέλος προδιδόταν ...
Την επομένη της πρεμιέρας, γιά το μεγάλο καλλιτεχνικό γεγονός της «Μπάττερφλαϋ», δόθηκε από τους Ιταλούς στην Πρεσβεία τους μεγάλη δεξίωση. Στο τραπέζι υπήρχαν «αδελφωμένες» η Ελληνική με την Ιταλική σημαία.
Το κρασί θα έρεε, τα εδέσματα θα περίσσευαν, ενώ η μουσική θα κυλούσε στην ατμόσφαιρα, μαζί με τις εκδηλώσεις φιλοφρονήσεων και δηλώσεις φιλίας των Ιταλών επισήμων γιά τον Ελληνικό Λαό.
Σύμφωνα με το ημερολόγιο του Ιταλού πρεσβευτή Γκράτσι, την ίδια ώρα, στα άδυτα της Πρεσβείας, Ιταλοί αξιωματούχοι αποκρυπτογραφούσαν το τελεσίγραφο που κωδικοποιημένο είχε στείλλει η Ιταλική ηγεσία, και διέτασσε την επίδοσή του. Ξημέρωνε η 27η Οκτωβρίου. 24 ώρες μας χώριζαν απ’τον πόλεμο. Μέσα σ’αυτές, θα περατωνόταν και ότι απατηλό είχε επιχειρηθεί να απλωθεί μέσα στον Ελληνικό πληθυσμό με την ψυχολογική επιχείρηση πολέμου, μέσω της «Μπάττερφλαϋ», γιά μιά Ελληνό-Ιταλική φιλία δήθεν σε ισχύ.
Από την άλλη μέρα οι μάσκες θα έπεφταν, και η «Πεταλούδα» μας θα είχε να πετάξει πάνω απ’το πεδίο της μάχης. Καί ίσως μέσα στον αχό της, κάποιος από τους θεατές της και μυημένους στον λυρισμό, Έλληνας ή Ιταλός στρατιώτης,
να σιγοψιθύριζε τα λόγια αυτά από την άρια της ελπίδας ...
«...la nave bianca entra nel porto…» / “…το λευκό πλοίο θα μπει στο λιμάνι...”
Γεώργιος Κακής Κωνσταντινάτος
Ηθοποιός Σκηνοθέτης Εικαστικός