Ταξιδεύοντας…
Δεν αντέχω άλλο πνίγομαι παλεύω με τα τεραστία κύματα των ξενέρωτων σκέψεων, η βαρκούλα της πεζής ύπαρξης μου κομματιάστηκε στην σύγκρουση με την μικροαστική πραγματικότητά της άθλιας γειτονιάς μου. Ξημερώνει, όλα σκεπάζονται με το ανατολικό μεταξένιο μαντήλι, φούξια τα χρώματα , φούξια και τα δάκρυά μου, όλο χρωστώ σε αυτόν τον τόπο, δεν αντέχω άλλο, πνίγομαι στην χώρα μου, δεν αντέχω θα φύγω, σαλταρισμένη είμαι, διψώ για ελπίδα για χρώμα, για έρωτα, για άλλους ορίζοντες... Φεύγω, ξυπόλητη, λυσσασμένη, με ένα πράσινο καπέλο με μπορ, γάντια κουνελιού, σαλβάρι πολύχρωμο και ένα μπογκο στην γυρτή βασανισμένη πλάτη μου.
Κινούμαι στο μήκος στο πλάτος και στο ύψος τούτης της μέρας, τούτης της λαμπρής καταδικιας μου μέρας, τώρα νοιώθω άνετη, ελεύθερη, ξεκομμένη από το κοπάδι της νωθρής ζωής, είμαι ο γλάρος Ιωνάθαν σε πτήση, είμαι η πιο πέρα, μεθυσμένη Αφροδίτη, αστροσκονη ,Βεδουίνα, ελεύθερη δίχως κανένα φόβο. Στο διάολο το κράτος η πολιτεία η παλιογειτονιά μου οι ευθύνες μου και οι υποχρεώσεις, στο διάολο. Εγώ πετώ μαζί με μέλισσες και άνθη, με σύννεφα, με κύματα, παρέα με τον άνεμο.
Ω! Το νησί τόσο μικρό! Μοναχά ο Άινος από κάτω μου με αγγίζει αντρίκια! Να μικρά χωριά της Παλικης γιομάτα τρελή μουσική και στα Καμιναρατα χορεύουν αδύνατες στεγνές φιγούρες σκονισμένες αρχαίο πυρίχιο, με το λιοπύρι πάνω τους, Τ ι σβελτάδα και νεύρο! Στης Λακηθρας τα χωριά στέκουν αμίλητοι γεμάτοι έννοιες και με αρχοντιά κόβουνε βόλτα δεξιά κάτω από δένδρα.
Στο κάστρο εχω φίλους καρδιακούς, δίχως οικόσημο μα με καρδιά, και στέλνω την αγάπη μου, και φτάνοντας Λουρδά λέω να αράξω σε ένα πλατάνι να δροσιστώ και στην αγία Παρασκευή να προσευχηθώ να μου φυλά τα μάτια, που δεν έβλεπαν και τώρα, όμως, βλέπουν.
Ιδιαίτερη εντύπωση μου έκαμε το εκκλησάκι τούτο! Γαλήνιο με πέτρες πολύ παλιές, καλοκτισμένο από μαστόρους πρώτους, με χρώματα που κελαηδούν θαρρείς κάτω από τον ήλιο! Φτιάχνω τα μάτια μου, θαυμάζω τα τουρκουάζ θαλασσινά νερά, και συνεχίζω στα ψηλά να βγω στους μαύρους ελατούς του Αινου. Να! Εδώ ανακαλύπτω πως επικοινωνώ άριστα με δένδρα, με πούλια, με άλογα, πουρνάρια, βράχους, ρεματιές! Δεν θα σας πω πολλά, ίσως στο μέλλον. Μόνο πως άφησα το πράσινο καπέλο μου, να κρέμεται σε ένα κλαδί, δώρο στον τούτο πάνω κόσμο, και έφυγα.
Συνεχίζοντας το ταξίδι, ήρεμη και δροσισμένη, συνεπαρμένη λικνίζοντας την ύπαρξή μου πάνω από μπλε και πράσινα χαλιά διασχίζοντας τον πολύτιμο Νότο λαχτάρησα μια βουτιά στην θάλασσα της Σκάλας, μα πλησιάζοντας την ακτή με μάγεψε αισθητικά ένα μικρό καλύβι μέσα στους ψιθύρους των χωραφιών, στην ησυχία του μεσημεριού και την ραστώνη.
Τ ι να πω; Τα σχέδια του βοτσαλωτα και ψηφιδωτά μαρτυρούν ιδιαίτερο γούστο, χιλιάδες πέτρες και βότσαλα τοποθετημένα παντού δημιουργώντας μια συμφωνία χαριτωμένη με το τοπίο, με τον χώρο, αρμονικά δεμένο με αόρατα νήματα θεραπεύοντας λες την ψυχή, την κακομεταχειρισμένη μου νεοελληνική κεφαλλονίτικη ψυχή και γλυκαίνοντας την ταλαιπωρημένη μου κομπιουτεράδικη όραση !Όαση! Σκέπτομαι πως ευτυχώς το καλόγουστο δεν φορολογείται !
Πλησιάζοντας αποφασισμένη να γνωρίσω καλυτέρα τον χώρο και τους ένοικους ,θαμπωμένη και γεμάτη χαρά που ανακάλυψα πως υπάρχουν τέτοιοι χώροι καλλιτεχνικοί στο νησί μας, με αγκαλιά σε ήχος ηλεκτρικής κιθάρας ,όπως με αγκάλιαζε ο εραστής των ονείρων μου, ήχος ενός μπλουζ συγκλονιστικού που με έκανε να ανατριχιάσω σαν γάτα πάνω σε βελούδινο ύφασμα!
Κάρλος Σαντάνα, ανέκραξα μέσα μου, αναγνωρίζοντας την μελωδία που περιφερόταν στον χώρο σαν μαγικό αλάνι ενός μεταφυσικού γεμάτο γλυκά λιμανιού, κάνοντας με μαγνητισμένη να τεντωθώ στο πορτονι ζητώντας με όλο το είναι μου να δω!!Και είδα!!!
Το τυπακι, με ένα μαντήλι πορτοκαλί στα μαλλιά κάτω από ένα πλατανακι πάνω σε ένα βότσαλο το κύκλο αραβουργήματος, με μια ζωγραφιστή ηλεκτρική κιθάρα, με φόντο δενδρολίβανα και τριανταφυλλιές, έπαιζε και μου χαμογελούσε γλυκά μαζί με μια γυναίκα αμίλητη τυλιγμένη με ένα σαρί που βούλιαζε στα τόσα μαξιλάρια της...
Συνεχίζεται...
Παρασκευή Πρωινού