Ο εσπερινός Τση Κυράς της Υπαπαντής στα Βαρειά του Ληξουρίου
Το κείμενο που ακολουθεί για τον εορταστικό εσπερινό του 2018 αφιερώνεται στη μνήμη του, Αναστάσιου Κολαΐτη
Γράφει ο Γεράσιμος Σωτ. Γαλανός
Πεθαίνει ο άνθρωπος όταν δεν το μνημονεύουμε, όταν δεν το θυμόμαστε. Πόσο μάλλον όταν αφήσει πορεία καλή και σεβαστή σε τούτον τον κόσμο. Αυτός ήταν και ο μακαρίτης Αναστάσιος Κολαΐτης που οικοδόμησε την εκκλησιά της Υπαπαντής στα Βαρειά Ληξουρίου εκ βάθρων. Το κείμενο που ακολουθεί για τον εορταστικό εσπερινό του 2018 αφιερώνεται στη μνήμη του, γιατί τόσο μόχθησε, ώστε να γίνει νέος κτήτορα της Ιεράς Μονής και εμείς να ευλαβούμαστε τη μεγάλη ημέρα του Κυρίου σε αυτόν το ναό.
Μαζεύτηκε από νωρίς ο κόσμος στην Ιερά Μονή της Υπαπαντής στα Βαρειά Ληξουρίου για το εορτάσιμο εσπερινό. Όλα τακτοποιημένα και συγυρισμένα τόσο στον αύλειο χώρο όσο και στο ναό, μα και στα κελιά, από τα παιδιά και τους συγγενείς του μακαρίτη Αναστάσιου Κολαΐτη.
Ήταν τέσσερις το απόγευμα που ο Δημήτρης Πανταζόπουλος έπιασε τα σκοινιά και χτύπησε τις καμπάνες μελωδικά, μα και η ώρα που ήλθαν οι ιερείς για να κάνουν τον γιορτάσιμο εσπερινό.
Μέσα στη φωταψία, στους άρτους, στις αρτοκλασίες, στα σπερνά, στα κεριά τα ολόφωτα που ήταν στα μανάλια και στις ευωδιές από τις βιολέτες της Παλικής, άρχισε ο εσπερινός με τον πρωτοψάλτης Σπύρο Έρτσο και το μαέστρο και ψάλτη, Σπύρο Θεοτοκάτο, ενώ οι ιερείς που επάξια εναρμόνισαν τη φωνή τους με όλη την ψαλτική ήταν οι: π. Χαράλαμπος Μαρκέτος και π. Γεράσιμος Σφαέλος.
«Νυν απολύεις τον δούλον σου, Δέσποτα κατά το ρήμα σου εν ειρήνη,
ότι είδον οι οφθαλμοί μου το σωτήριόν σου,
ό ητοίμασας κατά το πρόσωπον πάντων των λαών,
φως εις αποκάλυψιν εθνών και δόξαν λαού σου Ισραή».
Μελωδικοί οι ψαλτικοί ήχοι «έντυσαν» την ατμόσφαιρα με μια γλυκύτητα και ευλάβεια που κορυφώθηκε στο θεολογικό και καθάριο κήρυγμα του ιερέα Χαραλαμπου Μαρκέτου. Απλά και με σαφήνεια μέσα στο ιερό πνεύμα της εορτής της Υπαπαντής του Κυρίου, έδωσε το μήνυμα και το σκοπό, τόσο της αξίας της Εορτής και τη στάση του Ορθόδοξου Χριστιανού στις εορτές, όσο για το πώς πρέπει να πορεύεται γενικά στη ζωή του.
Δεν έπαψαν τα παιδιά του μακαρίτη Αναστάσιου Κολαΐτη να διακονούν την κάθε λεπτομέρεια από τα κεριά έως ότι ήταν αναγκαίο. Τους αξίζει τιμή, όχι μόνο γιατί συνεχίζουν την οικογενειακή παράδοση προς την Ιερά Μονή ως κτήτορες, αλλά γιατί αυτό που κάνουν πηγάζει από τα εσώτερά τους με σεβασμό προς το θείο.
Όλα κύλησαν απλά και υπέροχα όπως αρμόζει στα κεφαλονίτικα πανηγύρια. Κάπου - κάπου έριχνα μια ματιά έξω από την εκκλησία, ώστε να δω εάν ο ουρανός τολμήσει να βρέξει. Τίποτα, νερό… σταγόνα καμμιά! Ψιθύρισα τις κεφαλονίτικες παροιμίες « Καλοκαιριά της Υπαπαντής, μαρτιάτικος χειμώνας», « Ό,τι ημέρα κάμει της Παπαντής, θα την κάνει σαράντα μέρες». Βέβαια, ο ουρανός ήταν συννεφιασμένος , κρέμασε το νερό, απλά δεν το μόλαρε στη γη, για να είναι η Υπαπαντή «καλοβρεμμένη και η κοφίνα γιομισμένη».
Καθώς ο εσπερινός όλο και «προχωρούσε» ψαλτικά, ο Γεράσιμος Κ. Ευαγγελάτος, συγγενής με την κτητορική οικογένεια των Κολαΐτη, έκοψε τους άρτους, με συγκινητική τη στιγμή αυτή που μαζί του είχε το μικρό του γιο για να του δείξει τη οικογενειακή παράδοση. Αυτό θα πει δίνω αρχές και καλήν οδό, με Θεό και παράδοση μέσα στο πνεύμα της οικογένειας!
Στο τέλος μοιράστηκα τα σπερνά , οι άρτοι, τα γλυκίσματα και τα άλλα κεράσματα, ενώ ακουγόταν οι καμπάνες της απόλυσης του εσπερινού. Έφυγα ανώρως για το σκοπό μου, είχα συνάντηση, μα έχοντας καλές εικόνες, γιορτινές στο μυαλό μου, ψιθύρισα… τελικά τι θα κάνεις Υπαπαντή μου; Θα ρίξεις καμμιά στάλα νερό ή ακόμη και να χιονίσεις; για να γδω τι καιρό θα κάνει την υπόλοιπη χρονιά. Μου ήρθε στο νου μου, η παροιμία: «Της Υπαπαντής εχιόνισε; κατά παντού εφάνη, κατά παντού εχάθη». Δηλαδή, το χιόνι της Υπαπαντής είναι αραιό, έρχεται καλοκαίρι.
Και του χρόνου να είμαστε καλά!