Πρεμιέρα για την ταινία ΜΑΓΝΗΤΙΚΑ ΠΕΔΙΑ που γυρίστηκε στην Κεφαλονιά - Η συνέντευξη του δημιουργού στο EURONEWS
Πραγματοποιήθηκε τη Δευτέρα, στο Θερινό "Φλερυ" στην Καλλιθέα η πρεμιέρα της ταινίας Μαγνητικά πεδία" η οποία γυρίστηκε στην Κεφαλονιά.
Γιώργος Γούσης στο euronews: «Τα Μαγνητικά Πεδία είναι μια ταινία για τη δύναμη της συντροφιάς»
Τα «Μαγνητικά Πεδία», η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία μυθοπλασίας του Γιώργου Γούση είναι ένα συγκινητικό και παράλληλα κωμικό road movie στην Κεφαλλονιά, με πρωταγωνιστές δύο εντελώς διαφορετικούς χαρακτήρες.
H Έλενα ταξιδεύει δίχως προορισμό και αποφασίζει απροσδόκητα να ανεβεί στο πλοίο για Κεφαλλονιά. Ο Αντώνης βρίσκεται στο ίδιο πλοίο. Πηγαίνει στο νεκροταφείο του νησιού για να θάψει το οστεοφυλάκιο της θείας του. Όταν χαλάσει το αυτοκίνητό του, η Έλενα προσφέρεται να τον πάει σε ένα ξενοδοχείο. Όταν, την επόμενη μέρα στο νεκροταφείο, αρνηθούν να παραλάβουν το κουτί για γραφειοκρατικούς λόγους, αποφασίζουν να γυρίσουν μαζί το νησί αναζητώντας ένα καλό μέρος για να το θάψουν.
Η Έλενα Τοπαλίδου και ο Αντώνης Τσιοτσιόπουλος είναι πραγματικά απολαυστικοί στις διαδρομές τους στην Κεφαλονιά, αφήνοντας τον θεατή με ένα χαμόγελο στα χείλη σε ένα τοπίο όπου κυριαρχούν τα αισθήματα και μια άψογη 90’s αισθητική. Το ερμηνευτικό ζευγάρι γοητεύει από τα πρώτα λεπτά της ταινίας, χάρη στη χημεία του, τη φυσικότητά του, τον τρόπο που αποκαλύπτει ο καθένας την ανάγκη του για συντροφιά, για παρηγοριά από όλα τα βάρη που έχει φορτώσει η ζωή στις πλάτες του. Ένα μαγικό κινηματογραφικό σμίξιμο.
Η χειροποίητη ταινία αποτέλεσε τη μεγάλη αποκάλυψη του περσινού 62ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, όπου κέρδισε την αγάπη κοινού και κριτικών. Απέσπασε συνολικά έξι βραβεία (Χρυσός Αλέξανδρος Film Forward, Βραβείο FIPRESCI, Βραβείο ΠΕΚΚ, Πρώτο Βραβείο ΕΡΤ, Πρώτο Βραβείο ΕΚΚ, Βραβείο Location Manager). Γυρισμένη με απλότητα και πολύ χαμηλό προϋπολογισμό, φανερώνει το πάθος και την αφοσίωση των ελάχιστων συντελεστών της. Αποτελεί ιδανικό σκηνοθετικό ντεμπούτο για τον Γιώργο Γούση στη μυθοπλασία.
Τα «Μαγνητικά Πεδία» είναι υποψήφια για 7 βραβεία Ίρις της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου (Καλύτερης Ταινίας, Πρωτοεμφανιζόμενου Σκηνοθέτη, Σεναρίου, Α΄ Γυναικείου Ρόλου, Α΄ Ανδρικού Ρόλου, Φωτογραφίας, Πρωτότυπης Μουσικής). Με αφορμή την έξοδο της ταινίας στους κινηματογράφους την Πέμπτη 19 Μαΐου, συναντήσαμε τον Γιώργο Γούση και μιλήσαμε για την ταινία του.
-Ποια είναι η σχέση των δύο χαρακτήρων και πού συναντιούνται τα μαγνητικά πεδία τους;
Είναι ένα μαγνητικό πεδίο. Είναι το μαγνητικό πεδίο που αναπτύσσεται μεταξύ των πρωταγωνιστών. Διάβασα τι είναι το μαγνητικό πεδίο. Θεωρείται ο χώρος όπου έλκονται δύο αντίθετα φορτία. Θεωρούμε λοιπόν ότι αυτός ο χώρος είναι το σύμπαν της ταινίας και στη συγκεκριμένη περίπτωση ένα νησί, στο οποίο έλκονται με αυτόν τον αδιόρατο τρόπο, που δεν είναι κατανοητός, όπως έλκονται δύο άνθρωποι και μαγνητίζονται. Αυτοί οι δύο χαρακτήρες κουβαλάνε και οι δύο από ένα φορτίο, στην μία περίπτωση είναι ορατό, ένα κουτί, και στην άλλη περίπτωση είναι αόρατο. Είναι ένα εσωτερικό φορτίο. Αυτές οι αντίθετες δυνάμεις τους κάνουν να έρθουν κοντά. Αυτό γίνεται μαγικά μέσα στην ταινία. Δεν γίνεται με έναν τρόπο απρόσμενο, αλλά ο τρόπος που επικοινωνούν, τους συνδέει. Θέλει ο ένας την παρέα του άλλου λίγο ακόμη.
-Τι φορτίο, ορατό ή αόρατο κουβαλούν αυτοί οι δύο χαρακτήρες;
Ο γυναικείος χαρακτήρας, η Έλενα αναφέρει ότι είναι μια γυναίκα που άλλαξε δρόμο, έφυγε από κάπου, γιατί είδε τον εαυτό της σε μια αντανάκλαση και δεν τον γνώρισε. Αυτή είναι η εξήγηση που δίνει και στην πορεία αρχίζουμε να μαθαίνουμε παραπάνω πράγματα γι’ αυτήν. Γι’ αυτό το λόγο άλλωστε φεύγει. Δεν αναγνωρίζει τον εαυτό της. Ο άνδρας της ταινίας, ο Αντώνης κουβαλά ένα κουτί με κόκαλα. Μια οστεοθήκη με τα κόκαλα μιας θείας που δεν γνώρισε ποτέ. Έχει αναλάβει την αποστολή να πάει τα θάψει στο χωριό της. Οι δυο τους θα βρεθούν στο πλοίο για Κεφαλλονιά.
-Είναι δύο άτομα που προέρχονται από διαφορετικούς χώρους, από διαφορετικούς κόσμους. Πώς θα τα περιέγραφες;
Είναι πραγματικά από δύο διαφορετικούς κόσμους. Η Έλενα είναι χορεύτρια, είναι καλλιτέχνις. Είναι ένα πλάσμα που κάπως αιωρείται. Έχει μια διαφορετική αντιμετώπιση, μια διαφορετική στάση ζωής. Σίγουρα μη κανονική. Καθόλου συνηθισμένη. Ίσως όμως αναζητά πλέον κάτι πιο συνηθισμένο και κανονικό. Ο Αντώνης από την άλλη πλευρά είναι ένας παντελώς συνηθισμένος άνθρωπος. Δεν ξέρω αν υπάρχει αυτό, αλλά είναι ένας άνθρωπος με εντελώς συνηθισμένη ζωή. Δουλεύει σε ένα γραφείο και τίποτε δεν «προεξέχει» τρομερά στη ζωή του. Δεν μας ενδιαφέρει το παρελθόν και το μέλλον αυτών των δύο. Μας ενδιαφέρει τι γίνεται, όταν αυτοί οι δύο διαφορετικοί πόλοι σμίξουν: τι παράγει δηλαδή η συντροφιά τους κατά τη διάρκεια της ταινίας και πώς ο ένας «ξεφορτώνει» το φορτίο του πάνω στον άλλο.
-Τι προκαλεί η συνάντησή τους;
Όσο τραβούσαμε την ταινία, ανακαλύπταμε πολλά πράγματα. Θεωρώ ότι είναι μια ταινία για τη δύναμη της συντροφιάς. Παράγει μια δύναμη η συνάντησή τους, η «σμίξη» αυτών των δύο ανθρώπων. Δεν είναι κάτι απτό, που μπορώ να εξηγήσω. Για μένα, παράγει παρηγοριά γι’ αυτούς τους δύο. Τους ανακουφίζει η επαφή τους.
-Αισθάνεσαι ότι στην εποχή μας αυτή η ανάγκη για συντροφιά είναι πιο έντονη;
Θεωρώ ότι είναι πάντα ένα βασικό ζητούμενο στην ζωή του ανθρώπου, που ούτως ή άλλως είναι ένα κοινωνικό ον. Ειδικά τώρα και αν το δούμε και πρακτικά, μετά από καραντίνες κι εγκλεισμούς, η συντροφιά σίγουρα και η κίνηση της συντροφιάς, δηλαδή η συντροφιά σε ένα ταξίδι, σε ένα road movie θα μπορούσε να είναι κάτι λυτρωτικό για πολλούς ανθρώπους. Ακόμη και για εμάς που κάναμε αυτή την ταινία, αποτέλεσε λύτρωση τέτοιου τύπου. Κάναμε ένα ταξίδι, φτιάξαμε μια συντροφιά λίγων ανθρώπων και δημιουργήσαμε κάτι αντίστοιχο.
-Πόσο εύκολο είναι πλέον να γνωριστούν δύο μόνοι άνθρωποι σε μια διαδρομή, μακριά από μια πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης;
Όσο εύκολο ήταν πάντα. Έχω την αίσθηση ότι αυτά τα πράγματα είναι ακαθόριστα. Δεν θεωρώ ότι μπαίνουν σε νόρμες. Είναι εργαλεία. Είναι ένας ακόμη τρόπος να γνωριστείς με κάποιον. Όταν υπάρχει όμως μαγνητισμός, είναι κάτι μαγικό. Μπορεί να συμβεί μέσα από τη ζωή αλλά και μέσα από το ίντερνετ. Δεν είναι κάτι που μπορώ να εξηγήσω, ούτε να το βάλω σε ένα πλαίσιο. Γι’ αυτό και θεωρώ ότι ο τίτλος της ταινίας αφορά μια αόρατη δύναμη. Κάτι που είναι ανεξήγητο. Εξηγείται προφανώς από τη φυσική, αλλά δεν είναι ορατό, φανερό σαν γεγονός.
-Παρόλα αυτά, η μαγεία της σχέσης των δύο χαρακτήρων αποκαλύπτεται έντονα μέσα από την ταινία. Πώς κατάφερες να αναδείξεις αυτό το μαγνητισμό στην κάμερα;
Δεν έχω τις απαντήσεις γιατί δεν ήταν κάτι προσχεδιασμένο. Αυτή η ταινία «ανακαλύφθηκε», όσο γυριζόταν. Υπήρχε μια σύνοψη της ιστορίας. Οι συντελεστές γνωριζόμασταν μεταξύ μας. Ήταν όλοι επιλεγμένοι για την προσωπικότητά τους, είτε ήταν μπροστά, είτε ήταν πίσω από την κάμερα. Νιώθαμε ότι αυτή η παρέα μπορεί να παράξει κάτι, που ήταν αρχικά ακαθόριστο. Σιγά-σιγά άρχισε να συμβαίνει. Δεν ήταν κάτι όμως που είχαμε απόλυτα προβλέψει και ξέραμε πού θα μας οδηγήσει, πώς θα το εκτελέσουμε και θα το πάρουμε. Ήταν η ίδια η διάθεση που είχαμε όλοι μας, όσο τραβούσαμε την ταινία. Το αποτέλεσμα μας επιβεβαίωσε.
-Καθοριστικό ρόλο στην ατμόσφαιρα και στο τελικό αποτέλεσμα είχε η αισθητική προσέγγιση. Γιατί αποφάσισες να χρησιμοποιήσεις μια miniDV κάμερα;
Δεν υπήρχε συγκεκριμένος λόγος. Για την ακρίβεια δεν ήταν μια απόφαση που προέκυψε από μια πολύ λελογισμένη σκέψη ή έναν σχεδιασμό. Ήταν μια απόφαση που προήλθε από το ένστικτο. Είχαμε δοκιμάσει όλη την αισθητική της εικόνας και της κάμερας, το καλοκαίρι του 2020, σε ένα βιντεοκλίπ, με τον Γιώργο Κουτσαλιάρη, που έκανε τη φωτογραφία της ταινίας και την Έλενα Τοπαλίδου. Το τραβήξαμε με την ίδια κάμερα. Αισθανθήκαμε ότι μας αρέσει αισθητικά το παραγόμενο αποτέλεσμα. Μας δίνει την αίσθηση ενός ταξιδιού και όλη αυτή η δουλειά που μπορείς να κάνεις με το χρώμα έχει κάτι το υπερρεαλιστικό. Αρχίσαμε λοιπόν να χτίζουμε ενστικτωδώς πάνω σε αυτό. Μας άρεσε αυτό που βλέπαμε, οπότε το κρατούσαμε. Παράλληλα πρέπει να αναφέρω ότι το budget της ταινίας ήταν ελάχιστο. Επειδή αυτή η κάμερα ήταν φθηνή και εύχρηστη, μας βόλευε. Έτσι αρχίσαμε να δουλεύουμε πάνω σε κάτι που το αποτέλεσμα γνωρίζαμε ήδη ότι μας εξυπηρετεί. Για να μπορέσει να συμβεί κάτι τέτοιο, πρέπει να έχεις μια καλή κεντρική ιδέα για το τι πας να κάνεις κι αν αυτό που διαδραματίζεται μπροστά σου εκείνη την ώρα, ανήκει ή δεν ανήκει σ’ αυτό το σύμπαν που θέλεις να δημιουργήσεις. Επίσης μην ξεχνάς ότι η ταινία είναι 80 λεπτά. Εμείς μπορεί να έχουμε τραβήξει 10 ώρες. Κανείς δεν ξέρει αν οι εννιά ώρες που έμειναν απέξω, δεν ήταν αποτυχίες του τελικού αποτελέσματος.
-Το φυσικό και ανθρώπινο τοπίο της Κεφαλλονιάς παίζει συμβάλλει σημαντικά στην εξέλιξη της ιστορίας. Το είχες στο μυαλό σου, όταν έκανες την επιλογή των συγκεκριμένων χώρων;
Εφόσον είναι ένα road movie, είναι δύο άνθρωποι κι ένα αυτοκίνητο που περιφέρονται σε διαδοχικά τοπία, ήταν σαφές ότι ένας ακόμη χαρακτήρας της ταινίας θα είναι η φύση και το τοπίο. Έπρεπε λοιπόν με έναν τρόπο να έχει μια υπόσταση και για τους ίδιους τους ανθρώπους. Το ότι βρίσκονται στα συγκεκριμένα τοπία, σχολιάζει, αντιφάσκει ή συμφωνεί με αυτό που νιώθουν εκείνη την στιγμή. Προσφέρει στον θεατή μια δεύτερη, μια τρίτη ανάγνωση. Οπότε σίγουρα παίζει ρόλο. Και αυτό ισχύει γενικά στο σινεμά. Θεωρώ ότι ο χώρος και οι άνθρωποι είναι τα δύο βασικά συστατικά. Ειδικά στις ταινίες που μου αρέσουν, οι χώροι είναι ένας ακόμη χαρακτήρας. Το νιώθεις έντονα από την αρχιτεκτονική, την ατμόσφαιρα, την ώρα και το φως, πώς καθορίζουν τα πράγματα. Εντέλει κατάλαβα ότι αν αυτά λειτουργήσουν, τότε ο,τι συμβεί αποκτά μια κινηματογραφική αξία. Με αυτόν τον τρόπο «βυθίζεις», παίρνεις τον θεατή μαζί σου σ’ αυτό το κινηματογραφικό ταξίδι.
-Πώς θα περιέγραφες αυτό το κινηματογραφικό ταξίδι;
Είναι σίγουρα ένα road movie. Μια ιστορία συντροφιάς, που έχει να κάνει με την ενέργεια που προκύπτει από αυτή τη συντροφιά. Σίγουρα έχει κωμικά στοιχεία και μια μικρή μαγεία. Υπάρχουν μικρά αγγίγματα υπερρεαλισμού, που με την αισθητική της εικόνας γίνονται πιστευτά. Η ταινία σε αφήνει με έναν τρόπο ψυχαγωγημένο. Γεμάτο. Αισθάνεσαι πολλά πράγματα όσο τη βλέπεις.
-Ποια είναι η αίσθησή σου, 1,5 χρόνο περίπου μετά τα γυρίσματα της ταινίας; Πώς βλέπεις όλη αυτή την περιπέτεια, που έλαβε χώρα στην περίοδο της πανδημίας;
Μας έχει μείνει μια νοσταλγία. Είναι κάτι που έγραψε σε όλους μας, όσο γυρίζαμε την ταινία. Το αισθανθήκαμε σαν μια πολύ ιδιαίτερη εμπειρία. Ήταν σχεδόν ηδονιστική για μας, όσο την κάναμε εκεί. Υπάρχει η διάθεση να το επαναλάβουμε με έναν τρόπο. Όχι ακριβώς το ίδιο πράγμα, αλλά να ξαναμπούμε σε μια παρόμοια περιπέτεια. Σίγουρα δεν είμαστε οι ίδιοι άνθρωποι που ήμασταν τότε και δεν ξέρω αν έχουμε πλέον την ίδια ένταση που είχαμε. Για πολλούς συντελεστές, αυτή ήταν η πρώτη τους μεγάλου μήκους ταινία. Η πρώτη τους εμπειρία. Παρόλα αυτά, θεωρώ ότι είναι μια στιγμή που θα τη θυμόμαστε πολλά χρόνια μετά. Αξίζει τον κόπο να επανερχόμαστε και να αναρωτιόμαστε πώς θα ξαναφτιάξουμε αυτή την κατάσταση, γιατί πιστεύουμε ότι πέρασε μέσα στην ταινία και λειτούργησε υπέρ της.
-Και μια κλισέ ερώτηση. Περιμένατε όλα αυτά τα βραβεία στη Θεσσαλονίκη, την αγάπη του κόσμου και τώρα τις επτά υποψηφιότητες στα Βραβεία Ίρις της Ελληνικής Ακαδημίας κινηματογράφου;
Όχι δεν το περιμέναμε καθόλου. Βέβαια η αλήθεια είναι ότι δεν περιμέναμε τίποτε. Εμείς γυρίσαμε την ταινία από καθαρή ανάγκη να κάνουμε κάτι. Θέλαμε απλά να βιώσουμε αυτή την κινηματογραφική πράξη. Η συναισθηματική μας κατάσταση ήταν στο εδώ και τώρα. Να γίνει αυτή η ταινία άμεσα. Δεν υπήρχε καμιά πρόθεση. Δεν ξέραμε καν το μήκος της: αν θα είναι μικρού ή μεγάλου μήκους. Όλο αυτό προέκυψε. Το κάθε στάδιο είχε τη δική του αγωνία. Εμείς απολαύσαμε όλη τη διαδικασία, χωρίς ποτέ να αναμένουμε κάτι ή να σκεφτόμαστε τις προεκτάσεις του. Κανείς δεν περίμενε κάτι από μας. Κανείς δεν μας είχε δώσει τα λεφτά του και περίμενε να ανταποκριθούμε. Είχαμε λοιπόν αυτού του είδους την ελευθερία. Μάλλον δεν πρόκειται να επαναληφθεί κάτι αντίστοιχο στο μέλλον. Γι’ αυτό το λόγο, όλο αυτό που έχει συμβεί είναι μια έκπληξη για εμάς. Θεωρώ δηλαδή ότι αυτή η ταινία έχει μια πορεία που δεν ταυτίζεται με τον τρόπο που έγινε.
-Ποιο είναι το επόμενο βήμα;
Υπάρχουν σκέψεις, προθέσεις και διαδικασίες. Υπάρχουν ιδέες για ταινίες, αλλά είναι άγνωστο το χρονικό διάστημα υλοποίησής τους. Ελπίζω και φαίνεται από τη διάθεσή μας να γίνει κάτι το συντομότερο δυνατόν. Γράφω ένα σενάριο για μια ταινία μυθοπλασίας μεγάλου μήκους. Υπάρχουν ιδέες για ντοκιμαντέρ. Θα δείξει. Δεν ξέρω τι θα έλθει πρώτο. Υπάρχει διάθεση και έχουμε ορμή να κάνουμε κάτι.
ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΤΑΙΝΙΑΣ
Σκηνοθεσία: Γιώργος Γούσης
Σενάριο: Γιώργος Γούσης, Έλενα Τοπαλίδου, Αντώνης Τσιοτσιόπουλος
Διεύθυνση φωτογραφίας: Γιώργος Κουτσαλιάρης
Μοντάζ: Δημήτρης Πολύζος
Ήχος: Νεφέλη Πάντζου
Μουσική: Λευτέρης Βολάνης
Παραγωγή: MiniFILMS, Naked Eye Productions, Heretic
Παραγωγοί: Γιώργος Γούσης, Μαρίνος Σκλαβουνάκης, Γιώργος Καρναβάς
Συμπαραγωγή: ΕΚΚ
Πρωταγωνιστούν: Έλενα Τοπαλίδου, Αντώνης Τσιοτσιόπουλος
Διάρκεια: 78'
Έτος Παραγωγής: 2021
Η ταινία βγαίνει στους κινηματογράφους την Πέμπτη 19 Μαΐου.
Τα Μαγνητικά Πεδία θα προβληθούν στην συνέχεια στην ελληνική streaming πλατφόρμα Cinobo.
Μαγνητικά Πεδία - Η έκθεση κόμικ
Με αφορμή την κυκλοφορία της ταινίας στους κινηματογράφους, 8 αγαπημένοι κομίστες φτιάχνουν τα δικά τους σκίτσα, εμπνευσμένα από τα Μαγνητικά Πεδία. Στην έκθεση κόμικ συμμετέχουν οι Παναγιώτης Πανταζής, Κανέλλος Μπίτσικας, Γεωργία Ζάχαρη, Στέλλα Στεργίου, Στέφανος Ρόκος, Δημήτρης Ρόκος, Σοφία Ροζάκη και Φωκίων Ξενος.
Η έκθεση θα φιλοξενείται στα θερινά σινεμά που προβάλλονται τα Μαγνητικά Πεδία, συγκεκριμένα την 1η εβδομάδα προβολών με τον παρακάτω προγραμματισμό, ενώ για τη 2η εβδομάδα, η έκθεση θα ακολουθήσει τις προβολές στα θερινά σινεμά:
Δευτέρα 16/5 - Σάββατο 21/5: Σινέ Φλερύ (Σκίππη 5-7, Καλλιθέα)
Κυριακή 22/5 - Τετάρτη 25/5: Ριβιέρα (Βαλτετσίου 46)
Πέμπτη 26/5 - Κυριακή 29/5: Cine Αλεξάνδρα (Ηρώων Πολυτεχνείου 27, Κάτω Χαλάνδρι)
Ειδικές Προβολές
Με την υποστήριξη του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, το Cinobo θα διοργανώσει 2 ειδικές προβολές με υπότιτλους για κωφούς και άτομα με προβλήματα ακοής.
Cine Αλεξάνδρα - Τρίτη 24 Μαΐου στις 22:30
Cine Αλεξάνδρα - Τετάρτη 25 Μαΐου στις 22:30