Χωρίς επιπλέον οφέλη η διαλειμματική νηστεία
Ο περιορισμός των θερμίδων είναι ο κοινός παράγοντας της «επιτυχίας» για την απώλεια βάρους, είτε το άτομο ακολουθεί διαλειμματική νηστεία είτε όχι.
Ο περιορισμός των θερμίδων είναι ο κοινός παράγοντας της «επιτυχίας» για την απώλεια βάρους, είτε το άτομο ακολουθεί διαλειμματική νηστεία είτε όχι. Αυτό προκύπτει από κλινική μελέτη από τις ΗΠΑ, η οποία δημοσιεύθηκε πρόσφατα στο έγκριτο διεθνές επιστημονικό περιοδικό New Journal of Medicine.
Οπως αναφέρουν οι καθηγητές της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ Λίνα Πάσχου, Αλέξανδρος Κόκκινος, Παναγιώτης Χαλβατσιώτης, Αθανάσιος Ράπτης, Νικόλαος Τεντολούρης και Θεοδώρα Ψαλτοπούλου σχολιάζοντας τα κύρια σημεία της μελέτης, ο όρος διαλειμματική νηστεία χρησιμοποιείται για να περιγράψει μία σειρά διατροφικών προτύπων κατά τα οποία καταναλώνονται ελάχιστες ή μηδενικές θερμίδες για συγκεκριμένες χρονικές περιόδους. Είναι αρκετά διαδεδομένη τα τελευταία χρόνια, αφού μπορεί να προσαρμοστεί στην καθημερινότητα ενός εργαζόμενου ανθρώπου, ωστόσο η μακροχρόνια αποτελεσματικότητα και ασφάλειά της στην απώλεια σωματικού βάρους δεν είναι ξεκάθαρη. Η μελέτη διερεύνησε εάν ο ίδιος περιορισμός θερμίδων μπορεί να οδηγήσει σε διαφορετικά αποτελέσματα στην απώλεια βάρους ανάλογα με το εάν γίνεται με ή χωρίς διαλειμματική νηστεία. Στη μελέτη συμμετείχαν 139 άτομα με παχυσαρκία, δηλαδή με δείκτη μάζας σώματος μεγαλύτερο των 30 kg/m². Χωρίστηκαν τυχαία σε δύο ομάδες εκ των οποίων η μία κατανάλωνε τροφές μόνο μεταξύ 8 π.μ. και 4 μ.μ. (διαλειμματική νηστεία), και η άλλη κατανάλωνε τροφές οποιαδήποτε στιγμή. Και στις δύο ομάδες υπήρχε περιορισμός ημερήσιων θερμίδων που μπορούσαν να καταναλώσουν και οι οποίες ήταν για τους άνδρες από 1.500 έως 1.800 την ημέρα και για τις γυναίκες από 1.200 έως 1.500. Οι συμμετέχοντας ανέλαβαν να ακολουθήσουν τις οδηγίες για διάστημα 12 μηνών, με την πάροδο των οποίων μελετήθηκαν αλλαγές στο σωματικό βάρος, στην περίμετρο μέσης, στον Δείκτη Μάζας Σώματος, στην ποσότητα σωματικού λίπους, ενώ υποβλήθηκαν και σε άλλες μετρήσεις καρδιομεταβολικών παραγόντων κινδύνου.
Για ασθενείς με παχυσαρκία ο απλός περιορισμός των θερμίδων έχει παρόμοια αποτελέσματα στην απώλεια βάρους.
Από τους 139 συμμετέχοντες που ξεκίνησαν τη μελέτη, οι 118 ολοκλήρωσαν το 12μηνο πρόγραμμα. Η μέση απώλεια βάρους ύστερα από 12 μήνες ήταν κατά 8 κιλά για όσους ακολούθησαν διαλειμματική νηστεία και κατά 6,3 κιλά για όσους απλώς περιόρισαν τις θερμίδες που λάμβαναν, και σύμφωνα με τους ερευνητές, οι αλλαγές στο σωματικό βάρος δεν εκτιμάται ότι στατιστικά ήταν σημαντικά διαφορετικές μεταξύ των δύο ομάδων. Τα επιπρόσθετα αποτελέσματα των αναλύσεων της περιφέρειας μέσης, του Δείκτη Μάζας Σώματος, του σωματικού λίπους, της άλιπης μάζας σώματος, της αρτηριακής πίεσης και άλλων παραγόντων καρδιομεταβολικού κινδύνου δεν διέφεραν επίσης μεταξύ των δύο ομάδων. Επιπλέον, δεν υπήρχαν ουσιαστικές διαφορές σχετικά με τις ανεπιθύμητες ενέργειες. Σύμφωνα με τους συντάκτες της έρευνας, «συμπερασματικά, σε ασθενείς με παχυσαρκία ένα σχήμα χρονικά περιορισμένης διατροφής δεν φάνηκε πιο ωφέλιμο όσον αφορά τη μείωση του σωματικού βάρους, του σωματικού λίπους ή των καρδιομεταβολικών παραγόντων κινδύνου σε σύγκριση με τον ίδιο ημερήσιο περιορισμό θερμίδων χωρίς διαλειμματική νηστεία».