Π. Καππάτος: Παρέμβαση στην Βουλή για το Νομοσχέδιο του Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης κ. Πικραμμένου και τα έργα του Ταμείου Ανάκαμψης (video)
Ψηφίστηκε τη Τρίτη 15/03 το Σχέδιο Νόμου του Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης κ. Παναγιώτη Πικραμμένου με τίτλο «Ενιαία Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων» με το οποίο ενοποιούνται η Ενιαία Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων (ΕΑΑΔΗΣΥ) και η Αρχή Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών (ΑΕΠΠ).
Πρόκειται για παρέμβαση εξορθολογισμού της λειτουργίας της Αρχής που διορθώνει φαινόμενα κατακερματισμού τόσο στις εργασίες των δύο θεσμών με κοινό αντικείμενο όσο και στην εθνική μας πολιτική για τις δημόσιες συμβάσεις.
Την ίδια στιγμή, η λειτουργία της νέας Ενιαίας Αρχής αναμένεται να συμβάλει καθοριστικά στις αυξημένες απαιτήσεις του ελέγχου της νομιμότητας των διαδικασιών που συνδέονται με το Ταμείο Ανάκαμψης και τα έργα που πρόκειται να ενταχθούν προς χρηματοδότηση.
Παναγής Καππάτος
Βουλευτής Κεφαλονιάς και Ιθάκης
Πιο αναλυτικά βίντεο και κείμενο με την παρέμβαση
{https://www.youtube.com/watch?v=gpc2fT8-2KY}
Κύριε Αντιπρόεδρε της Κυβέρνησης, κύριε Υφυπουργέ, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Ξεκινώ την παρέμβασή μου με μια επισήμανση σημαντική για τον κοινοβουλευτικό διάλογο, τόσο ευρύτερα όσο και συγκεκριμένα, εκείνον δηλαδή που διεξάγεται με αφορμή το σχέδιο νόμου του Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης κ. Παναγιώτη Πικραμμένου. Μιλάμε φυσικά για την επιδίωξη της σύγκλισης των πολιτικών δυνάμεων στον πυρήνα ενός κομβικού νομοσχεδίου, όπως αυτού για την Ενιαία Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων, μια σύγκλιση που φαινόταν μέχρι σήμερα το πρωί αρχικά εφικτή, αλλά βλέπουμε σταδιακά να απομακρύνεται με τρόπο προσχηματικό και μάλλον προσβλητικό, τόσο για το πρόσωπο του Αντιπροέδρου όσο και την οργάνωση των κοινοβουλευτικών διαδικασιών ευρύτερα.
Εύχομαι ειλικρινά, ακόμα και τώρα, το σχέδιο νόμου του Αντιπροέδρου κ. Πικραμμένου να τύχει της βέλτιστης δυνατής σύγκλισης, μιας σύγκλισης που παραμένει εφικτή, όταν διά στόματος του ίδιου του Αντιπροέδρου σειρά προτάσεις της αντιπολίτευσης ενσωματώνονται στο σχέδιο νόμου για το οποίο συζητούμε σήμερα.
Αλλά και για το επίδικο, που αφορά στον τρόπο επιλογής των μελών της Αρχής μπορούμε να συμφωνήσουμε, αφού πρώτα αποδεχτούμε μια βασική αρχή, ότι το Κοινοβούλιο και η οργάνωσή του δεν παρακάμπτεται και δεν υποβαθμίζεται. Τιμούμε στο πρόσωπο του κ. Κουτνατζή, ενός επιστήμονα τη συγκρότηση του οποίου δεν αμφισβητούμε, τις διαδικασίες και την κοινοβουλευτική πρακτική. Το μείζον άλλωστε ζήτημα, η θέσπιση μιας ενιαίας ανεξάρτητης αρχής για το σύνολο των δημόσιων συμβάσεων, παραμένει κοινός τόπος. Είναι δε τέτοια η φύση των ανεξάρτητων αρχών ως δομών και ως φιλοσοφίας διοίκησης, που η συνεννόηση επιβάλλεται.
Στη συζήτηση για τη λογική που διέπει τις ανεξάρτητες αρχές ανταγωνίζονται δύο αντιλήψεις. Η πρώτη βλέπει τις αρχές ως προσπάθεια επαγγελματικοποίησης της δημόσιας διοίκησης και ως εκ τούτου ως κάτι από τη φύση του κακό. Η δεύτερη τις αντιμετωπίζει ως ευκαιρία διάρθρωσης ενός συστήματος δημόσιας διοίκησης λειτουργικού, αποτελεσματικού και πραγματικά ανεξάρτητου από εξωτερικές παρεμβάσεις οποιασδήποτε μορφής.
Οι δυνάμεις επομένως που συντασσόμαστε με αυτήν την ιδέα έχουμε μπροστά μας ένα σχέδιο νόμου επί του οποίου μπορούμε να συμφωνήσουμε, ένα νομοσχέδιο στο οποίο η προοπτική αξιοποίησης με τον βέλτιστο δυνατό τρόπο του δυναμικού της εμπειρίας και της τεχνογνωσίας που αναμφισβήτητα οι δύο αρχές φέρουν διασφαλίζεται στο ακέραιο. Η άσκηση ελέγχου της ορθής εφαρμογής του δικαίου για τις δημόσιες συμβάσεις από τις αναθέτουσες αρχές καθίσταται στο εξής αποτελεσματικότερη και ταχύτερη.
Τέλος, η διάρθρωση μιας ενιαίας ανεξάρτητης αρχής με τρόπο λειτουργικό και περισσότερο ορθολογικό από εκείνον που η υπάρχουσα κατάσταση έχει αποδώσει είναι στόχος εφικτός και αναγκαίος.
Με το σχέδιο νόμου του Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης κ. Πικραμμένου να απαντά στα ανωτέρω πράγματα είναι σημαντικό να ομονοήσουμε σε ένα τελικό κοινά αποδεκτό νομοθέτημα, ένα νομοθέτημα που διορθώνει φαινόμενα κατακερματισμού στις εργασίες δύο διαφορετικών ανεξάρτητων αρχών με αντικείμενο τις δημόσιες συμβάσεις αλλά και της ίδιας της εθνικής μας πολιτικής στο εν λόγω πεδίο.
Τόσο η δυσανάλογη αύξηση του φόρτου εργασίας όσο και η υποστελέχωση της Ανεξάρτητης Αρχής Προδικαστικών Προσφυγών αποτελούν ακόμη ένα επιχείρημα στα πολλά που μπορούμε να διατυπώσουμε. Οι δυσμενείς επιπτώσεις στην ποιότητα και την ποσότητα του παραγόμενου έργου της αρχής ως αποτέλεσμα του προβλήματος που επισημάναμε, οι λειτουργικές αδυναμίες που η Ανεξάρτητη Αρχή Προδικαστικών Προσφυγών αντιμετωπίζει, καθώς και οι σημαντικές καθυστερήσεις σχετικά με τις εκκρεμείς διαδικασίες ανάθεσης των δημοσίων συμβάσεων δεν μας επιτρέπουν περιθώρια εφησυχασμού ή την πολυτέλεια να μεταθέσουμε την ευκαιρία που μας δίνεται σήμερα για αργότερα.
Την ίδια στιγμή η Ενιαία Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων, η δεύτερη υπό συγχώνευση, παρά το γεγονός πως έχει επιδείξει ένα ιδιαιτέρως σημαντικό και ποιοτικό αντικείμενο, παραμένει σήμερα μια αρχή με περιορισμένο αντικείμενο.
Η λειτουργία δύο αρχών, όχι μόνο με κοινό αντικείμενο αναφοράς, αλλά και εντελώς διαφορετικές ταχύτητες εργασίας, είναι που διορθώνεται με τη θέσπιση μιας κυριολεκτικά Ενιαίας Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Συμβάσεων, μιας ανεξάρτητης αρχής που θα ασκεί το σύνολο των αρμοδιοτήτων των δύο συγχωνευόμενων αρχών με τον ίδιο ουσιαστικά τρόπο, μιας αρχής που μπορεί να αποτελέσει την αιχμή του δόρατος στις αυξημένες απαιτήσεις του ελέγχου της νομιμότητας των διαδικασιών που συνδέονται με το Ταμείο Ανάκαμψης.
Επιτρέψτε μου με την ευκαιρία αυτή να ολοκληρώσω την εισήγησή μου με την αναφορά σε μια σπουδαία ευκαιρία για την πατρίδα μας.
Τον τελευταίο χρόνο, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η ελληνική Κυβέρνηση και ο Πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης καταβάλλει μια συστηματική προσπάθεια κατάρτισης και υλοποίησης ενός εθνικού σχεδίου επενδύσεων στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης, ενός σχεδίου που θέτει στόχους, προτεραιότητες και πολιτικές ανάκαμψης και ανάπτυξης σε ένα ευρύ φάσμα δραστηριοτήτων. Μπορεί αυτό να ακούγεται εξωφρενικό σε συναδέλφους που θεωρούσαν αδιανόητο η άντληση κοινοτικών πόρων να συνοδεύεται από εθνικά master plan ή που ανέμεναν τη θετική ανταπόκριση των ευρωπαίων εταίρων μας σε σχέδια με προϋπολογισμούς όπου οι δαπάνες υπερέβαιναν τα έσοδα.
Αντί αυτής της εικόνας η ελληνική δημοκρατία έχει πλέον καταστεί πρωτοπόρος στη διαδικασία που συνδέεται με το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Δεν μας αξίζει να βρεθούμε αντιμέτωποι με νέες καθυστερήσεις στις διαδικασίες ανάθεσης των δημοσίων συμβάσεων που αναμένονται στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης.
(Στο σημείο αυτό την Προεδρική Έδρα καταλαμβάνει η Η΄ Αντιπρόεδρος της Βουλής, κυρία ΣΟΦΙΑ ΣΑΚΟΡΑΦΑ)
Εδώ το σχέδιο νόμου που ψηφίζουμε σήμερα συμβάλλει διορθωτικά και καθοριστικά. Από την πράσινη ανάπτυξη και τον ψηφιακό μετασχηματισμό στην απασχόληση, τις δεξιότητες και τις ιδιωτικές επενδύσεις αναπτύσσεται μπροστά μας μια μοναδική ευκαιρία. Με δεδομένες τις επιπτώσεις της πανδημίας στην κοινωνία, την οικονομία και την ανάπτυξη, την τρέχουσα ενεργειακή κρίση, αλλά και την αβεβαιότητα του πολέμου στην Ουκρανία η ανάκαμψη και η ανάπτυξη της πατρίδας μας είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με τις κοινές ευρωπαϊκές αποφάσεις.
Σε αυτές τις αποφάσεις η πατρίδα μας είναι ήδη παρούσα. Η θετική υποδοχή του σχεδίου «Ελλάδα 2.0» από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή είναι η καλύτερη απόδειξη των δυνατοτήτων και των ευκαιριών που διανοίγονται παρά τις πολλαπλές κρίσεις μπροστά μας. Με τους πόρους του Ταμείου να κατευθύνονται σε έργα πνοής για τη χώρα, αλλά και τις ίδιες τις τοπικές μας κοινωνίες είναι σημαντικό να αξιοποιηθούν με τρόπο διαφανή και ταχύ. Δεν έχουμε άλλωστε την πολυτέλεια να χάσουμε χρήματα στα γρανάζια της γραφειοκρατίας. Η Ελλάδα έχει πλέον αποδείξει ότι μπορεί να αντλήσει πόρους, γιατί έχει τη γνώση και τις δυνατότητες να το πράξει.
Με το σχέδιο νόμου που ψηφίζουμε σήμερα διαμορφώνουμε το θεσμικό οικοδόμημα εκείνο που θα μας επιτρέψει να μετατρέψουμε τη δυνατότητά μας αυτή σε πράξη.